Αύριο μη λησμονήσετε να λύσετε τα λουκάνικα από τα σκυλάκια σας και να μπείτε σε πλακιώτικες ταβέρνες, φροντίζοντας να βγείτε τύφλα και λιάρδα. Δε χρειάζεται να σκεφτείτε. Σκέφτονται οι ποιητές της χώρας μας. Οι ποιητές του κόσμου. Οι ακίνδυνοι με τη γλώσσα που κόκαλα δεν έχει και λοιπά. Στην τηλεόραση και σε κάνα ραδιόφωνο θα έβγουν και θα λένε τα λεπταίσθητα, από την εποχή του Βωδελέτου τα ίδια. Δε θα υπάρχει Κάλας, δε θα υπάρχει Λαπαθιώτης, δε θα υπάρχει κανένας αιχμηρός, κανένας άτεχνος πλην ουσιαστικός. Κανένα ρεμπέτικο δε θα περάσει ως ποίημα. Απεναντίας, εκείνο του Κατσαρού που μας λέγει «αντισταθείτε σε εμένα που σας ιστορώ» ή εκείνο το «δεν ξέρω τι να κάνω με αυτό το ποίημα» του Στογιαννίδη μπορεί και να το θυμηθεί κανένας. Οι γέροντες ποιητές που ξέρουν από πήχες και ρούπια, ειδικά οι ερωτικότατοι, θα ακουστούν και πάλι. Και βέβαια οι κοινωνικοί. Θα προβάλουν το αφηρημένο τους πρόσωπο, με έκδηλα έντονο μάτι και θα υπεραμυνθούν της ποίησης που είναι μια παρηγοριά, είναι μια άφεση, είναι μια σύγκρουση, είναι ανθρωπισμός. Ως γνωστόν, κανένας ποιητής ή ποιήτρια δεν έγραψε το παραμικρό επειδή επόθησε και τον έπτυσαν ή επειδή ήτο τριγωνοκέφαλος και οι ερωτικοί του πόθοι ήθελαν ένα γυμναστή με τους πρέποντες κοιλιακούς. Η ποίηση, ειδικά η ποίησις, βρίσκεται στο όνειρο. Και εκεί θα παραμείνει. Κι επειδή όλο και κάποιος μικρός θα θυμηθεί τον Γκόρπα και τον Καρούζο, τον Σαχτούρη και τον Βιγιόν, τον Πάουντ και τους επαναστατημένους μπίτνικ, τσουπ! Παρεμβαίνει η ζωογόνος μούζικα. Πάντα έγχορδος, κι αν δεν έχωμεν άρπαν, έχωμεν κιτάραν. Οποτε οι λυγμικές νότες θα ξεπεράσουν τα φαντάγκο, τα απτάλικα και τα χάλκινα, όπου είναι άπαιχτες και ταμένες αείποτε και θα συνοδεύουν τους στίχους των ευαίσθητων.
Κάντε ό,τι θέλετε. Δεν περιμένετε, εξάλλου, τις οδηγίες μου. Το μόνο που μπορώ να προσθέσω είναι ένα άσμα αποδιδόμενο στον Ρήγα Βελεστινλή που διασώζει ο Περραιβός, επαγγελματίας εκπρόσωπος Τύπου των Σουλιωτών πριν από 170 χρόνους και το οποίο αναφέρει στο 22ο κεφάλαιο του πρώτου τόμου: «Αυτούς που βλέπετ' αντικρύ/ είναι δουδούμηδες χονδροί/ χωρίς πιλάφι δεν μπορούν/μιάν ώραν δεν προσμένουν/χωρίς καφέ πεθαίνουν». Μπορείτε να αλλάξετε το «δουδούμηδες» σε «κουλτουριάρηδες» ή «ομότεχνοι» ή «λογότεχνοι». Το «πιλάφι» και τον «καφέ» μην τα αλλάζετε. Μένουν τα ίδια. Και δεν αλλάζει αν μεταβάλετε σε «χωρίς το σούσι δεν μπορούν» ή «χωρίς καφέ σωπαίνουν»…
Πάνος Θεοδωρίδης ή Πετεφρής, στον Αγγελιαφόρο.
(σκίτσο Δον ΨΥΧΩΤΗΣ)