Share |

Γρηγόρη Σταμούλη: ΖΗΤΕΙΤΑΙ ΕΛΠΙΣ

Σταδιακά και ενώ διαρκώς απορροφούμαστε από ένα διαβρωτικό σύστημα παραγωγής κοινωνικών ψευδαισθήσεων, ξεπουλήσαμε ατομικές και συλλογικές κατακτήσεις δεκαετίων. Αποκαθηλώσαμε τα κεκτημένα της δημοκρατίας, τα σύμβολα του ανθρωπισμού και τα οράματα της ελευθερίας. Μοιραία, αδιαφορήσαμε για τα επιχειρήματα και εκστασιαστήκαμε με τα συνθήματα. Κουνήσαμε σημαίες, δοξάσαμε τους «λαοπλάνους» σωτήρες του μπαλκονιού, πιστέψαμε στις υποσχέσεις και τις «αλλαγές». Έτσι, απολέσαμε την κριτική σκέψη, και καταναλώσαμε, άβουλα, τα προϊόντα ενός εστέτ, δημοκρατικού αυνανισμού στα πλαίσια του εισαγώμενου, μετασοσιαλιστικού lifestyle.

Αποτέλεσμα της διαρκούς διολίσθησης και της ηθικής, κοινωνικής και πολιτικής σήψης, είναι η ανάδειξη νέων προτύπων συμποριφοράς, αλληλεπίδρασης και μίμησης για την κοινωνική αναπαραγωγή και ολοκλήρωση. Έτσι το μαύρο τζιπ και η μαύρη Mercedes έγιναν θριαμβευτικά το alterego μας. Τα δύσοσμα πούρα, η επίδειξη ισχύος και πλούτου, αγκαζέ με τις πολλά υποσχόμενες αιθέριες υπάρξεις, κυριάρχησε στο συλλογικό μας φαντασιακό. Σιγά σιγά, λατρέψαμε, αποθεώσαμε, αναδείξαμε και ζηλέψαμε περσόνες που χάρισαν στο μίζερο γκρι μας, λίγη από τη χολιγουντιανή γκλαμουριά και μπόλικη αστερόσκονη στο μιντιακά και καπιταλιστικά χαρτογραφημένο συνειδησιακό μας.

Αυτές οι περσόνες, σημεία των καιρών, δεν κυριάρχησαν μόνο στα περιοδικά και στα μεσημεριανάδικα, αλλά και στην πολιτική σκήνη. Τοπική, εθνική και διεθνή. Έτσι ελάμψεις τύπου Μπερλουσκόνι έγιναν σύνηθες φαινόμενο για κοινωνίες που έχασαν την επαφή με την πολιτική ουσία και εθίστηκαν επικίνδυνα στην παραισθησιογόνα δράση του πλουτοκρατικού, πολιτικού αμοραλισμού. Τα αξιακά μας συστήματα ανατράπηκαν και η παραγωγή και αναπαραγωγή ηγετών ως υποκατάστατα brandnames έγιναν η νόρμα.

Οι επιχειρηματίες έγιναν πολιτικοί και οι πολιτικοί έγιναν επιχειρηματίες. Οι συνδικαλιστές έγιναν υπουργοί και οι έμποροι ναρκωτικών έγιναν σύμβουλοι. Αυτοί είναι οι καιροί μας, αυτά είναι τα ήθη μας. Όλα είναι τόσο θολά πια, που ακόμη και ο όρος διαπλοκή απεμπόλησε το νόημα του. Η ταύτιση είναι τόσο έντονη, ώστε αμφιβάλεις για τις προθέσεις όλων. Ο καθένας επιβάλει τη δική του πραγματικότητα. Και όλοι γνωρίζουν ότι ελέγχοντας τα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας, ελέγχεις τις συνειδήσεις και τη βούληση των ανθρώπων.

Μήπως τελικά στις εσχατιές της συλλογικής μας παραφροσύνης το κοινό καλό ταυτίζεται με το προσωπικό κέρδος και αντίστροφα; Μήπως δηλαδή αυτό που αξιωματικά είναι ετερόσημο ομοιάζει ταυτόσημο και οι αυταπόδεικτες ετεροπροσωπίες φαντάζουν αναπόδεικτες ταυτοπροσωπίες; Μήπως τελικά το λογικό και το παράλογο, το έλλογο και το άλογο, το άσπρο και το μαύρο μπερδεύονται τόσο, που η γνώση για το αληθινό και το ψεύτικο, το σωστό και το λάθος καθίσταται από αβέβαιη έως απίθανη. Στο ρευστό τόπιο, ο σχετικισμός είναι η κυρίαρχη αντίληψη και δίκαιο είναι το δίκαιο του ισχυρού.

Φυλακίσαμε την σκέψη μας σε ένα σιδερένιο κλουβί. Ρουφήξαμε με τις χούφτες τις παραισθήσεις που μας σέρβιραν όλα τα πολιτικά κόμματα κατά τη μεταπολίτευση και τώρα ημιθανείς από την υπερβολική δόση, εκλιπαρούμε για αποτοξίνωση, αλήθειες, μεσσίες και σωτήρες.  Μια απ’ τα ίδια δηλαδή. 

Κι όταν αναζητούμε το είδωλο μας στον καθρέφτη τότε αντικρίζουμε μία σκιά αλλοπρόσαλλη να κραυγάζει δίχως φωνή, δίχως μιλιά. Η ψυχή μας εξαϋλώθηκε στην πυρά της μεταπολιτευτικής παραζάλης. Μια ζάλης δίχως τέλος. Άλλοτε σοσιαλιστικής, κάποτε φιλελεύθερης,  ενίοτε τραβεστί κομμουνιστικής, άναρχα αναρχικής, τρομακτικά ακροδεξιάς, ονειροπόλα ανανεωτικής, μνημονιακής ή αντιμνημονιακής, μα πάντα ψεύτικης και χαλκευμένης. Και έτσι χαμένα όπως τα χούμε ζητούμε ελπίδα και «αλλαγή» που δεν έφερε κανείς έως σήμερα και ούτε πρόκειται να φέρει και αυτή την Κυριακή 6η Μαΐου 2012.

Είναι σύνηθες στο νεοτερικό δημόσιο λόγο να χρησιμοποιούμε ακατανόητη γλώσσα. Ξύλινη, κοινώς. Μόνο έτσι η διαλογική διαδικασία λαμβάνει την ιλαρή σοβαρότητα του μονολόγου (εδώ γελάμε). Το κοινωνικό υποκείμενο δεν αποστρέφεται μόνο τα αντικείμενα και τα υπόλοιπα ισότιμα κοινωνικά υποκείμενα, αλλά και τον ίδιο του τον εαυτό. Αυτοκαταργείται και απομονώνεται ατομικά ενώ  κατακερματίζεται συλλογικά.

Μη με κατηγορείτε για τις κούφιες φιλοσοφίες. Θέλω και εγώ να σας μπερδέψω λιγάκι, μήπως με πιστέψετε.

Λοιπόν, δεν υπάρχουν επιλογές που να μην ελέγχονται από το αόρατο σύστημα.

Με τα κομμάτια που συνέθεταν το πρόβλημα, μην περιμένετε λύσεις.

Δεν πιάσαμε ακόμη πάτο.

Όταν έρθει η ώρα, τη λύση θα τη δώσει η Ιστορία.

 Όχι ο Καμμένος, ούτε ο Κουβέλης, ούτε ο Τσίπρας, ούτε η Χρυσή Αυγή. Με πιάνουν γέλια με τα συγνώμη του Βενιζέλου, τις αλλαγές που τάχα κομίζει η Ντόρα, τη θανατικά στάσιμη Αλέκα και τον αυτοδύναμο Αντώνη.

Μα πιο πολύ γελάω με μας. Που ελπίζουμε ακόμη. Που πιστεύουμε στους σωτήρες και στην αναγέννηση του Έθνους.

Που νομίζουμε ότι έχουμε επιλογή.

Με τις παρούσες συνθήκες, η ψήφος δε μας δίνει επιλογές.

Μας τις αφαιρεί.

Έτσι είναι φτιαγμένο το σύστημα.

Νομίζεις ότι σε αντιπροσώπευσε ή θα σε αντιπροσωπεύσει κάποιος από όσους ψήφισες μέχρι σήμερα;

Το «ναι σε όλα» ή το «όχι σε όλα» ήταν η δική σου βούληση;

Σκέψου.

Μην περιμένεις τίποτε διαφορετικό. Τίποτε καλύτερο. Τα χειρότερα έπονται. Δεν φτάσαμε στο τέρμα της κουνελότρυπας ακόμη.

Αν θες να αλλάξει κάτι, άλλαξε πρώτα εσύ.

Η πραγματική αλλαγή θα έρθει από μέσα. Η περιαγωγή της ψυχής είναι αρχικά εσωτερική. Όταν αλλάξει η ψυχή του ατόμου, θα αλλάξει και η ψυχή της πολιτείας.

Όταν σταθείς μπροστά στον καθρέφτη σου και το φως έχει εξανεμίσει την άλαλη, μεταπολιτευτική σκία που λέκιαζε το γυαλί. Όταν σπάσεις τα κομματικά σου δεσμά. Όταν αποτινάξεις τα συνειδησιακά σου χαλινά. Όταν κλείσεις την τηλεόραση και μάθεις να διαβάζεις σωστά αυτά που διαλαλούν οι μισθοφόροι Γκαιμπέλς και οι φυλλάδες της πλάκας. Όταν αρχίσεις να σκέφτεσαι ποιος το έγραψε αυτό, γιατί το έγραψε, ποιος τον πληρώνει, ποιους εκπροσωπεί.

Τότε και μόνο τότε θα άλλαξουν όλα.

«Αν ξυπνήσεις μονομιάς, θα ‘ρθει ανάποδα ο ντουνιάς»

Μέχρι τότε μην ελπίζεις τίποτε.

 

 

Γρηγόρης Αν. Σταμούλης