Share |

ΖΟΥΜΕ ΜΙΑ ΙΔΡΥΤΙΚΗ ΕΠΟΧΗ

 

«...Αλλ' αυτός ο αδιάκοπος καταθρυμματισμός
που δεν αλλοίωνε τη φυσιογνωμία του όλου,
διακόπτεται απότομα από την ανατολή του ήλιου
που, μέσα σε μια λάμψη, ιχνογραφεί μεμιάς
την όψη του καινούργιου κόσμου...»
(G. Hegel)
 

     ΆΛΛΟΤΕ βορηάς και λίβας άλλοτε, ιδίως σε τούτα δω τα μέρη... Και κάποτε-κάποτε, σαν παραφωνία στην ιστορία τους, λίγο ευήμερο κι ανέμελο καρουσέλ. Λίγο, όσο να προλάβουμε να ξεχαστούμε. Λίγο, όσο να μην προλάβουμε να ξεχάσουμε. Μα τώρα τι; Χειμώνας πηχτός και καύσωνας πνιγηρός, ανάκατος.

     ΤΡΙΓΥΡΩ golden αλαλαγμοί. Ότι διανύουμε μία μεταβατική περίοδο το λένε πια ακόμα και τα πρωϊνάδικα, α λα σαλάτα με μεγάλα διαζύγια - μπας και πνίξουν τον αχό από άλλα διαζύγια, μεγαλύτερα.
     Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ζωή τραβά τον ημιασπόνδυλο δρόμο της μόνη. Από πού να πιαστεί κανείς; Πού χάθηκαν οι κουπαστές, οι οδοδείκτες πού πήγαν; Η επιστήμη δεν μπορεί καλά-καλά να σώσει ούτε τον εαυτό της, πληγιασμένη απ' την ίδια της την παληά έπαρση πως μπορούσε αυτή, και μόνο αυτή, να ιχνογραφήσει οριστικά τον κόσμο. Η πολιτική το ίδιο. Γέννημα της νεωτερικότητας και θρέμμα των μεγάλων της αφηγήσεων, κάθεται αποσβολωμένη στη γωνιά, άφωνη σαν αποκληρωμένη κόρη, κι αναθυμάται τις εποχές που κράταγε αυτή (ή έτσι νόμιζε) τα πινέλα... Κάποιος έγραφε στα σέβεντυ'ς: «Η επιστήμη κι η πολιτική, οι δυό πουτάνες της νεωτερικότητας... Μαζύ βρίσκουν τους πελάτες, μαζύ κλέβουν στο ζύγι..
     Η ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ σκέψη; Ξιπασμένη. Τα αισθητικά κινήματα; Ξεπεσμένα. Έχει κανείς έντονη τη γεύση ότι όλα αυτά ξάφνου ανήκουν στο χτές.

     ΟΛΑ τα γνωστά, παληά αναφορικά τελειώνουν. Όλα; Στο πέλαγο μεσονυχτίς κι ολόγυρα τρικυμία - και πολλά τώρα χρειαζόμαστε. Χρειαζόμαστε φανούς θυέλης και χέρια απλωμένα μπροστά να τους κρατάνε. Χρειαζόμαστε απέναντι στεριά, παναπεί μία ελάχιστη νοσταλγία μέλλοντος. Κι άλλα ακόμη... Αδιάκοπος ο καταθρυμματισμός... Όχι, οι καιροί μας δεν είναι απλώς μεταβατικοί.

                                         Δυο τρεις αρχαίες λέξεις-λεξούλες

     ΤΟ ΣΑΡΩΜΑ έχει δεκαετίες τώρα αρχίσει. Ζούμε μία ιδρυτική εποχή επειδή τώρα ιδρύεται το μετά-τη-νεωτερικότητα. Κι αυτό γίνεται παγκόσμια, για πρώτη φορά. Ποιός ο μεσοστρόβιλος φανός κάθε λαού; Ποιός των Ελλήνων; Αναρωτιέμαι εάν έχει ακόμη τούτος ‘δω ο λαός κάτι ιδιαίτερο σαν φανάρι - ή οβολό για τούτον τον πρωτόφαντο παγκόσμιο έρανο για μεσοπέλαγο φως. Κάτι που να βοηθάει, να γονιμοποιεί αυτοσυνειδησίες κι ετεροπροσφορές χωρίς να αναχαράζει όσα ήδη άλλοι έχουν προσφέρει.

     ΣΚΕΦΤΟΜΑΙ δυο-τρεις αρχαίες λέξεις, απ' αυτές που όλο πιάνουν σκουριά όλο νάσου αναβλύζουν λέξεις-λεξούλες ατίθασες, και μεταλαμπαδεύονται απρόσμενα... Πέρσυ τον Δεκέμβρη, μέσα σε μια μέρα έφυγαν απ' την Ελλάδα κι οι αρμονικές τους αχολόγησαν μεμιάς -άκου να δεις!- από τη Μόσχα μέχρι την Αργεντινή, ενώ έντονα ακούστηκαν (κι ακόμη ακούγονται) σαν τριγμός κι ανάτριχο σούσουρο στις Βρυξέλλες. Δυο-τρείς λεξούλες για την εγερτική, μη ανταγωνιστική πόρευση του ανθρώπου του 21ου αιώνα...

     Η ΠΕΡΙΧΩΡΗΣΗ κατ' αρχήν· η πλούσια, η ενιαία κοσμοθέαση και η πολύτιμη εναρμόνιση των δύο πιο κεντρικών νημάτων του βίου: της κοινότητας και της ετερότητας. Διδασκαλία Ορθόδοξη που έχει τις πηγές της σε όλη την κλασσική ελληνική διδασκαλία για την επιείκια και την δίκην, μα που οδηγεί μακρύτερα, πέρα από το απλό "δίκαιον εστί" και φτάνει έως το "ανθρωπίνως", δηλαδή στην καταστατική αρχή ύπαρξης όλων, του κάθε ενός και του κάθε άλλου. Ο ένας εντάσσει εαυτόν στο "ανθρωπίνως" του άλλου, δηλαδή στην πάντοτε αντινομική αλλά και πάντοτε αξιοΰπαρκτη υπόστασή του. Δεν υπάρχει καταστροφή ή απορρόφηση του ενός προσώπου από το άλλο (ή από τα άλλα), η κοινωνία σχέσεων δεν προκύπτει μέσα από το σχήμα άλωση-αλλοίωση-αλλοτρίωση, αλλά υπάρχει το «ασύγχυτον». Εξίσου όμως δεν υπάρχει ατομική οριοθέτηση, η κοινωνία σχέσεων δεν είναι περίφραξη όμορων διαδοχικών οικοπέδων, αλλά υπάρχει το «αδιαίρετον».
     Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ είναι πρόσωπο (μοναδικό, αλλ' όχι "άτομο"), η κοινωνία σχέσεων δημιουργείται μέσα του καθώς κι ενόσω και αυτό δημιουργείται μέσα στην κοινωνία σχέσεων· χωρίς ούτε το πρόσωπο να εξαντλεί τα όρια της κοινωνίας (ατομισμός) αλλ' ούτε η κοινωνία σχέσεων να καταλαμβάνει το σύνολο του προσώπου (μαρξισμός).
     ΜΙΑ ΜΕΡΑ ήρθε στο γραφείο μου ο Στάθης, ένας 22χρονος "πιτσιρικάς". Πιάσαμε την κουβέντα. «Κύριε Γιάννη» γύρισε και μού είπε κάποια στιγμή «εγώ ένα ξέρω: στη ζωή μέτρο είναι ο άλλος, δεν είναι ο εαυτός»... Αυτό είναι... Μέσα στον άλλο και μέσω του άλλου ενόσω κι αυτός βρίσκεται μέσα μας. Από το «εαυτόν» στο «κοινόν». Το «κινούν» εδώ είναι η αγάπη και η αποδοχή του άλλου. Κι ισχύει αυτό, από το ζευγάρι μέχρι τις σχέσεις λαών. Είναι τρόπος-τού-νοός, αφορά το πώς βγαίνουμε από τα όρια της γνώμης μας, του δίκηου μας και (ανα)γνωρίζουμε τη γνώμη του άλλου, το δίκηο του, την αλήθεια του... Στάθη μου, ξεκινάς τη ζωή σου πολύ πιο μπροστά, ίσως, απ' εκεί που απόστασε και παγιδεύτηκε η γενιά μου. 

     Η ΤΡΑΓΙΚΗ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ κατόπιν· η βαθειά αίσθηση ότι η ζωή έχει αντινομίες, παντού, μέσα στις σχέσεις των ανθρώπων και μέσα στους ανθρώπους των σχέσεων· ότι έχει χτυπήματα και ήττες, ότι υπάρχει ένα Υπερέχον, πότε φίλιον και πότε αντίπαλον, που καταφέρνει να επιβάλλει το δικό του. Να κρατεί. Αλλ' όχι μόνο αυτό, ωστόσο· το τραγικό βλέμμα (κι αυτό αποτελεί τη βαθύτερη ουσία του, νομίζω) δεν ορίζει απλώς το πράξιμο αλλά και το πρακτέο. Ορίζει τον άνθρωπο ως ενεργητή. Δεν εντάσσεται σε κοσμοθεάσεις προκαθορισμού ή ντετερμινισμού (όπως π.χ. οι διάφορες παραλλαγές του υλισμού), ή κισμέτ, αλλ' ούτε σε εκείνες της απόλυτης ελευθερίας. Η τραγική συνείδηση ορίζει ένα πεδίο δράσης, πράξης. «Τί δράσω;» προβληματίζεται ο βασιληάς Πελασγός στις Ικέτιδες του Αισχύλου. Είναι η συνείδηση που αναζητά ένα πέρασμα, τη δύσκολη διαλεκτική τού «κατά το εικός και κατά το αναγκαίον», όπου αναγκαίον είναι το υπέρτερον, το μοιραίον, η θεϊκή επιταγή· και εικός είναι, ταυτοχρόνως, η γνώμη, η εικασία, η εννόηση των πραγμάτων από τον άνθρωπο. Πώς και πού βρίσκεται η δίοδος, το πέρασμα, η έξοδος; Ποιός είναι ο δρόμος-τρόπος; Υπάρχει εδώ χώρος απόφασης και αυτή είναι του δρώντος, του ενεργητή, του τραγικού ήρωα. Είναι του Ανθρώπου, κι αποτελεί δείκτη της αντιφατικότητάς του και μέτρο της ελευθερίας του.
     ΕΧΕΙ ΕΓΧΑΡΑΓΜΕΝΗ, η τραγική συνείδηση, τη συναίσθηση του δυνατού και του αδυνάτου, αλλά και του δυνατού-αδυνάτου, τη συνείδηση της διαρκούς αναμέτρησης με τα υπερέχοντα και τα ισχυρότερα, της εναντίωσης και της αντίστασης, της μη παραίτησης, της ξαναπροσπάθειας, της βούλησης και της νέας έγερσης στο άθλημα της ζωής που έτσι γίνεται Βίος· το άνοιγμα δρόμων που δεν υπάρχουν ούτε διαφαίνονται -άνοιγμα που δεν κατανοείται σαν κάποια φυσική διαδικασία (που καθορίζεται από την έννοια "ισχύς") αλλά σαν πολιτισμική διαδικασία (που καθορίζεται από την έννοια "κοινόν"). Προσπάθεια και συνείδηση που μετά από τρεις χιλιάδες χρόνια συνεχίζει να πιστεύει ότι μπορεί να σπάσει τον Τραγικό Κύκλο του ανθρώπου, να αυτοαρθεί! Είναι, επίσης, εκείνη η ματιά που κατορθώνει και φτάνει (παρ' όλα αυτά και μέσα από όλα αυτά) έως την Τραγική Ευτυχία του απέριττου μέτρου, έως εκεί όπου τίποτα πια δεν λείπει και δεν περσεύει τίποτα, προτάσσοντας την ευχαριστιακή σχέση με τα πράγματα· που φτάνει (παρ' όλα αυτά και μέσα από όλα αυτά) μέχρι την Τραγική Αισιοδοξία της επίγνωσης, προτάσσοντας τη Θέληση.

     ΤΕΛΟΣ, η αντίσταση, το γνώρισμα της ελληνικής ιστορίας, όπως λέει κι ο Σβορώνος. Τα ιερά κείμενα τούτης ‘δω της χώρας δεν τα'γραψαν εξαϋλωμένοι προφήτες, δεν τα ‘γραψαν άκαπνοι καλαμαράδες. Τα ‘γραψαν ο Αισχύλος, ο δημοτικός ποιητάρης, ο Μακρυγιάννης, ο Ελύτης κι οι πατεράδες μας στην Αλβανία: άνθρωποι που έζησαν με το σπαθί στο χέρι, αντιστεκόμενοι κι υπερασπιζόμενοι, μα που την ίδια στιγμή παρέδιδαν το πιο πλατύ, πανανθρώπινο βλέμμα. Αντίσταση και Οικουμενικότητα, αυτό γράφουν εδώ τα ιερά κείμενα. Αξίζει να τα ξαναδιαβάσουμε όλοι μας - μαζύ κι οι νέοι μας του Δεκέμβρη.
     ΛΕΞΕΙΣ-ΛΕΞΟΥΛΕΣ που ολοένα ξαναφυτρώνουν λυγεροτρεμάμενες σε τούτη ‘δω την οξύκοφτη πέτρα...

                                             Το Αίτημα του ανθρώπου

     ΖΟΥΜΕ ΜΙΑ ιδρυτική εποχή επειδή τώρα ιδρύεται το μετά-τη-νεωτερικότητα, η έξοδος από τη νεωτερική κοιλάδα. Ένα νέο Ολικό ανεβαίνει αργά, βασανιστικά, αβέβαια στον ορίζοντα του δυνατού-αδυνάτου. Η εποχή μας είναι ιδρυτική διότι αυτό το Ολικό τώρα διαμορφώνεται. Κοινωνίες και λαοί στέκονται στα πόδια τους, έστω μπροστά στο χείλος της αβύσσου, αναγνωρίζουν τον μικρό/μέγα εαυτό τους, την επισφαλή ενότητα και την ημιάγνωστη ψυχή τους, τρεκλίζουν μα προχωρούν. Όλα αυτά με τρόπο αντιφατικό και αβέβαιο. Ευκαιρίες και κίνδυνοι. Διακλαδώσεις και "αιφνίδιες" πυκνώσεις δυνατότητας (που δεν αποτυπώνονται πιθανοτικά, αφού η έννοια της δυνατότητας ενέχει καταστατικά μέσα της το υποκείμενό της, το οποίο δεν την "επιλέγει" ή την "εκμαιεύει"απλώς, αλλά τη δημιουργεί). Πρόκειται, δε, για κάτι «ολικό» επειδή αφορά αλλαγή σε όλη την κλίμακα των σχέσεων, των πρακτικών και των βλεμμάτων. Αλλαγή που αναπόφευκτα θα οδηγήσει σε νέες εναρμονίσεις (ή αποκρυσταλλώσεις, ή συνθέσεις, ή "δομές" για όσους προτιμούν τους συζητήσιμους αυτούς όρους).

     ...ΕΔΩ ΛΟΙΠΟΝ στεκόμαστε, στην κόγχη του χρόνου που είναι στραμμένη προς την ανατολή. Με το ένα πόδι στο «δυνάμει» και το άλλο στο «ενεργεία» -για άλλη μιά φορά. Με τα κουρέλια και τα φλάμπουρα, με την επιστήμη και την τέχνη, με τη γνώση και την πίστη, με τη σκέψη και το βίωμα, ένθεοι και ενδεείς, με δέος και δεήσεις, μέσα σε αυτόν «τον ασταμάτητο, βάρβαρο, χαοτικό στρόβιλο που σήμερα αυτοαποκαλείται "παρόν"» όπως το περιγράφει ο Νίτσε:  «Ανήσυχοι, όχι όμως κι απελπισμένοι, στεκόμαστε στην άκρη για λίγο, ως θεώμενοι άνθρωποι που τους παραχωρήθηκε το δικαίωμα να ‘ναι μάρτυρες αυτών των ανήκουστων αγώνων και μεταβολών. Αχ! Η μαγεία των αγώνων αυτών είναι ότι εκείνοι που τους παρατηρούν, οφείλουν να συμμετάσχουν σε αυτούς!» Τί δράσωμεν;

     ΤΑ ΑΙΤΗΜΑΤΑ ελευθέρωσης ξανατίθενται σε συζήτηση και σε κρίση - μαζύ και τα εργαλεία τους. Αιτήματα κι εργαλεία που περιέχουν τυφλές αρνήσεις και απορρίψεις, άκριτες αποδοχές, ουτοπία και παράπονο, συγκρούσεις και κεκτημένα και αντιφατικότητες· κινήματα πολιτικά και κινήματα θεωρίας, που έγιναν ουρά των συνθημάτων τους -και κυνηγούν τώρα την ουρά τους. Αλλά και μνήμη, και προσδοκίες και προτάγματα υπέρ της Συναλληλίας. Δυνάμεις που κατά τον προηγούμενο αιώνα -βασική εδώ η πολιτική Αριστερά- έθεσαν και σκυταλοδρόμησαν προτάγματα ελευθερίας, παραμένουν γνωσιοθεωρητικά και ηθικά φυλακισμένες στο παληό, συνεχίζουν τα ίδια "λάθη". Αντί να διδαχθούν από την ηθική των λαών, επαναφέρουν διαρκώς την ηθική των μηχανισμών. Αντί να διδαχθούν από τη μνήμη (ιδίως των αγώνων συναλληλίας) την καταγγέλλουν όπου δεν τις βολεύει. Αντί να κατανοήσουν πού η ζωή τις έχει προσπεράσει οριστικά, ψάχνουν αγχωτικά, προκρούστεια και ψευδοπολωτικά την αναπαραγωγή τους στις νέες συνθήκες. Με δυο λόγια, ανήμπορες να κάνουν ουσιαστικούς απολογισμούς, κάνουν μετωπικές απόπειρες αυτοδιατήρησης. Μπορεί η μοντερνιστική αυτή πολιτική Αριστερά να υπερβεί τον εαυτό της; Δεν το πιστεύω. Το πιο πιθανό είναι πως η παληά Αριστερά της νεωτερικότητας, η Αριστερά που όλοι γνωρίσαμε, θα ταφεί μαζύ με τα κτερίσματά της -τα χούγια της, τα εργαλεία της. Νέοι κύκλοι, με νέες διαμορφώσεις πολιτικών υποκειμενικοτήτων (στρατηγικές και φορείς τους) είναι μπροστά μας.

     ΤΡΙΑ ΠΡΟΤΑΓΜΑΤΑ, λοιπόν: Εντός-του-Κόσμου, κοινώνηση, ξαναπροσπάθεια. Με άλλα λόγια: Τραγική Συνείδηση - Ορθόδοξη Αλληλοπεριχώρηση - Λόγος και Πράξη Αντίστασης· μία τριών όρων διαλεκτική-αντιφατική ενότητα για ν' αναμετρήσουμε το μπόι μας -ή τον ίσκιο του. Μία ενότητα εγκόσμια κι ανοικτή στον άνθρωπο, στην προσδοκία του, στην αντιφατικότητά του. Ανοικτή στον άνθρωπο με το πιο γόνιμο περιεχόμενο των λέξεων: διότι τοποθετεί τον άνθρωπο ως «αρχή των εσομένων» κατά τη διατύπωση του Αριστοτέλη, ως κανόνα και εκκίνηση όλων όσων πρόκειται να συμβούν. Αλλά και διότι πατάει πάνω στο πράγματι και τελικώς ανθρώπινο στοιχείο, στο κινούν στοιχείο του ανθρώπου: το πρόταγμα της Θέλησης.

     ΝΑ ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ, ποιά θα μπορούσε να είναι η δικιά μας, η ελληνική, μη ανταγωνιστική συνεισφορά στην παγκόσμια συζήτηση για μιά νέα σύλληψη του Αιτήματος από τη σκοπιά της ανθρώπινης ελευθέρωσης. Μη ανταγωνιστική, μετα-βίαιη νοηματοδότηση, καθότι οικουμενική-πανανθρώπινη, που μπορεί να ξαναδιασταυρώσει την οδύνη με την ελπίδα, να συνδημιουργήσει μνήμη χαράς. Μη ανταγωνιστική, καθότι ικανή και αδήριτη να εμπλουτίσει/εξανθρωπίσει/εναρμονίσει άλλες ματιές: την αγγλο-τεχνική, την γαλλο-κριτική, την γερμανο-αφηρημένη την κινεζο-μακάρια την εβραιο-παθητική κ.ο.κ.

                                            Του λογισμού και του Έρωτα

     ...ΟΙ ΝΕΟΙ μας «τα έχουν» αυτά - κι αυτό είναι το κεντρικό γνώρισμα της γενιάς τους. Έχουν συγκρατήσει αυτή τη ματιά, σαν διάχυτη κοινωνική μνήμη όμως, όχι σαν εργαλειακή θεωρητική πλατφόρμα. Αντιφατικότητα και πλούτος. Αντιφατικότητα που δεν αναιρεί τον πλούτο τους και πλούτος που δεν παύει να κουβαλάει τις αντιφάσεις τους.

     ΕΧΟΥΝ σαν γενιά ιδιαίτερη ηθική και πολιτισμική δυνατότητα: να επιχειρήσουν τομές και ανατροπές, νέες μεγάλες εναρμονίσεις. Στη θεωρία, στη σκέψη, στην κοινωνική πράξη. Στις σχέσεις. Στη διατύπωση κοινωνικών και ανθρώπινων αιτημάτων. Έχουν ρίζες στα ρεύματα εκείνα που μπορούν να γονιμοποιήσουν μεταθετικιστικά, μεταϋλιστικά όχι μόνο την αυτογνωσία των κοινωνιών ή τις κοινωνικές επιστήμες αλλά ακόμη και τις φυσικές επιστήμες. Μπορούν να συνεισφέρουν σε μια νέα εναρμόνιση πληρέστερη από εκείνη του Διαφωτισμού π.χ. ή του διαβήματος του Μαρξ· έχουν ομαδικότητα, φιλία και πνεύμα αντίστασης. Έχουν βιωματικές παραδοχές συναλληλίας και ανθρωποκεντρισμού, έχουν πίστη. Αυτά είναι τα ουσιώδη της μορφωτικής δύναμης που άγουν. Αυτά που χρειάζεται, δηλαδή, ο αναγκαίος έμπειρος αυτο-διάλογος της γνώσης και της ζωής, που λέγαμε. Κι έχουν πνεύμα αντίστασης, έναν νέο ριζοσπαστισμό που οφείλουμε να σεβαστούμε και να γνωρίσουμε όσο μπορούμε, που αναζητά τον βηματισμό του πέρα από τον μηδενισμό, πέρα από τον πασιφισμό αλλά και πέρα από τον πολιτικό γιακωβινισμό· πέρα από την «πολιτική κοινωνικοποίηση» της γενιάς των πατεράδων τους. Ένας ριζοσπαστισμός με αντισυστημικά στοιχεία που αναζητά μία πιο πλούσια και πιο ανθρώπινη ισορροπία ανάμεσα στο προσωπικό και το συλλογικό αίτημα.

     ΟΙ ΝΕΟΙ μας δοκιμάζουν πρακτικές, εγκαθιδρύουν σχέσεις, ανοίγουν ανεξερεύνητες πίστες, θέλουν να δούν πέρα από τα βουνά της ψευτο-εύφορης κοιλάδας που τούς ετοιμάστηκε, δεν ζαχαρώνουν με το καρουσέλ, είναι αγαπητικοί. «Οι νέοι, εγώ τους βλέπω καθεμέρα, έχουν ομαδικότητα και φιλία» μού' λεγε τις προάλλες ένας 60άρης φαλακρός ταβερνιάρης στην πλατεία, χτυπώντας τα χοντρά του δάχτυλα στην ακόμα πιο χοντρή κοιλιά του - κάποιος που η άδικη και μονόπλευρη πλευρά της νιότης θα βιαζόταν να χώσει στο «φονιάδες των λαών νοικοκυραίοι!». Αποκτούν βλέμμα, και το βλέμμα τους αποκτά αυτονομία.

     ΚΙΝΗΜΑ-ντανταϊσμός. «Καν' το θερινό!» σού λένε μ' όλη την αβέβαιη υπερένταση στα ξαναμμένα μάγουλα. «Πίσω στα κανόνια μας!» σπέρνεις τη σύγχυση εσύ, τη στιγμή της Μεγάλης Εξόδου που θέλει να διαπεράσει τον υπέρτερο αντίπαλο. Οι νέοι βγήκαν, ξεχύθηκαν στην Αγορά με ορμή και με αίσθημα, πήραν τη ζωή με καρδιά και με πνοή. Στοχαστικά και ερωτικά, παρατάσσοντας εγκάρδια τη σκέψη τους πλάι στη θέληση. Σε ρήξη με τον διάχυτο κεντρώο πραγματισμό, διάχυτο όχι μόνο στους "νοικοκυραίους" αλλά και στους διανοούμενους που στάθηκαν αντίκρυ, που αδυνατούν να κατανοήσουν ό,τι δεν τους περιλαμβάνει, ό,τι δεν περικλείεται στα όρια του νοός τους: το κατέδειξαν αυτό οι λυκειόπαιδες. «Κι αντίκρυ σ' όλο των τειχών το μάκρος μυρμηγκιά οι χυμένες μές στο γύψο κεφαλές όσο έπαιρνε το μάτι σου».

     ΠΡΟΒΑΛΑΝ, τα 15χρονα, μιά θέληση για ρωγμή στη φθορά - με αγάπη και αλήθεια. Στάθηκαν ο ένας πλάι στον άλλον, σφιχτά. Και θα το ξανακάνουν. Αυτά είναι τα ουσιώδη. Κι ας έχουν «ελλείψεις» στη θεωρία ή την πολιτική, πώς αλλιώς... Κι ας προσπαθούν οι παληοί και νέοι χωροτάκτες της ιστορίας ν' αποφανθούν εάν πρόκειται ή όχι για "κίνημα" ή για "εξέγερση" ή για "τελετή μύησης στην ενηλικότητα" και τα τοιαύτα. Έχουμε εδώ μία νέα σελίδα στο Βιβλίο Αυτοσυνειδησίας των κινημάτων και των γενεών.

     ΒΓΗΚΑΝ στην πλατεία του χωριού, μάς κοίταξαν στα μάτια, μάς ρώτησαν με αποστροφή και συμπόνια όπως μάς άξιζε, έγιναν θέμα μας και αμήχανη κρυφοελπίδα μας, μάς απευθύνθηκαν επικεντρώνοντας την παραζαλισμένη σκέψη μας στο ουσιώδες: «Έρωτας ή τίποτα!» μάς είπαν κι έχει μέσα του, αυτό, όλο το φεύγα της αγάπης και του παράπονου, όλο το αναπετάρισμα του λογισμού και της θέλησης, όλη την Κοσμογονία του Ησίοδου και όλο το αίτημα των Τραγικών για ανωθρώσκουσα ζωή. Κι είναι αναμεσά τους κι ο Παλαμάς κι ο Σολωμός, κι ο Αλβανίας Αναστάσιος κι ο Αισχύλος, κι ο Μακρυγιάννης κι ο Άρης, κι ο Μίκης κι ο Νιόνιος κι ο Στέλιος. Κι από κοντά ο Μάλαμας κι ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου κι ο Ισίδωρος Ζουργός, κι ο Κορακάκης κι ο Γιάννης Αγγελάκας κι οι τωρινοί ποιητές. Κι όλοι οι άλλοι, ξανά συνταξιδιώτες, φτερούγες κι ισοκράτημα στο ξαναπέταγμα, αιμοδότες ξανά στον νέο έρανο.

     ΟΙ ΝΕΟΙ κουβαλούν το Καινούργιο. «Με το χέρι απλωμένο μπροστά, καθώς φανός θυέλης». Ιχνογραφούν μεμιάς. Ιδρύουν τον αιώνα. Ιδρύουν, γι' αυτό αρνούνται. Έρωτας ή τίποτα! μάς είπαν, όπως όλοι οι προλαλίσαντες σε τούτη ‘δω την αλλοπρόσαλλη και ανυπότακτη απομεριά τής Μεσόγειος. Ποιός έχει να πει κάτι επ' αυτού; Τις αγορεύειν βούλεται;

Ιανουάριος 2010
για την παρέα του Φυλλομάντη,

Γιάννης Φ.Φωτόπουλος