Αριστείδης Ν. Χατζής1
Αναπληρωτής Καθηγητής Φιλοσοφίας Δικαίου & Θεωρίας Θεσμών Τμήμα Μεθοδολογίας, Ιστορίας & Θεωρίας της Επιστήμης, Πανεπιστήμιο Αθηνών
---
Στην αρχαία Αθήνα οφείλουμε το δημοκρατικό πολίτευμα, την αρχή της πλειοψηφίας (ως τον δημοκρατικό τρόπο λήψης αποφάσεων) αλλά επίσης και τη θεσμική κατοχύρωση της αρχής της λαϊκής κυριαρχίας. Στην αρχαία Αθήνα όμως παρατηρείται για πρώτη φορά το φαινόμενο του λαϊκισμού. Επιπλέον η Αθηναϊκή Δημοκρατία δεν υπήρξε ποτέ Κράτος Δικαίου. Η δύναμη του Δήμου ήταν σχεδόν ανεξέλεγκτη, δεν υπήρχαν συνταγματικές εγγυήσεις, θεσμικοί έλεγχοι και ισορροπίες και δεν αναγνωρίζονταν ατομικά δικαιώματα. Αρκούσε μια απλή πλειοψηφία πολιτών στην Εκκλησία του Δήμου ή λαϊκών δικαστών για να παραβιαστούν όλες οι αρχές που συνδέουμε σήμερα με το Κράτος Δικαίου. Η έννοια της ελευθερίας στην αρχαιότητα ήταν πολύ διαφορετική από τη σύγχρονη – που την οφείλουμε στον διαφωτισμό και τις μεγάλες επαναστάσεις από το 1776 μέχρι το 1848. Η σύγχρονη αντίληψη οδήγησε στο μοντέλο της κυρίαρχης σήμερα φιλελεύθερης δημοκρατίας. Θα συζητήσουμε το θέμα με αναφορά σε διάσημα ιστορικά επεισόδια και δίκες. Όπως θα δούμε όμως (με αναφορά σε τρία σημαντικά κείμενα) οι φιλελεύθερες ιδέες της ατομικότητας, της ανοχής και του κράτους δικαίου πρωτοεμφανίστηκαν στην αρχαία αθηναϊκή γραμματεία. Οι ιδέες αυτές ήταν πρωτότυπες για την εποχή τους αλλά ταυτόχρονα περιθωριακές, δεν επηρέασαν τους θεσμούς αλλά συνεχίζουν να εντυπωσιάζουν μέχρι και σήμερα.
1. Αρχαία και Σύγχρονη Ελευθερία
Στις 13 Φεβρουαρίου του 1819, τριάντα χρόνια μετά το ξέσπασμα της Γαλλικής Επα-νάστασης και τέσσερα μόλις χρόνια μετά την Παλινόρθωση των Βουρβόνων, ο Benjamin Constant, από τους κορυφαίους φιλελεύθερους διανοούμενους της εποχής, εκφώ-νησε έναν από τους σημαντικότερους λόγους στην ιστορία της πολιτικής σκέψης.
Ο Constant ήταν 52 ετών, βετεράνος πολιτικός και συγγραφέας αλλά και μια προσωπικότητα που ενέπνεε κύρος στη γαλλική κοινωνία. Η διάλεξη δόθηκε στο Athénée Royal, υπό τον τίτλο: «Η ελευθερία των Αρχαίων εν συγκρίσει προς εκείνην των Νεωτέρων» (De la liberté des Anciens comparée à celle des Modernes). Για σχεδόν 150 χρόνια παρέμεινε ξεχασμένη μέχρι που ανασύρθηκε από την αφάνεια από σύγχρονους μελετητές.
Το βασικό επιχείρημα του Constant είναι πολύ απλό: η Αθήνα ήταν δημοκρατία αλλά όχι φιλελεύθερη δημοκρατία. Αν και ήταν η καλύτερη αρχαία δημοκρατία, δεν θα μπορούσε να συγκριθεί με τις πλέον προοδευτικές δημοκρατίες των αρχών του 19ουαιώνα. Ο λόγος βέβαια ήταν ότι αν και οι Αθηναίοι πολίτες ήταν ελεύθεροι, δεν ήταν όμως τόσο ελεύθεροι όσο τα άτομα στις σύγχρονες φιλελεύθερες συνταγματικές δημοκρατίες.
Αλλά ας δούμε πρώτα τι σημαίνει ο όρος «φιλελεύθερη δημοκρατία».
Η Δημοκρατία είναι στην πραγματικότητα ένας τρόπος να λαμβάνονται συλλογικές αποφάσεις. Ο δημοκρατικός τρόπος λήψης συλλογικής απόφασης βασίζεται στην αρχή της πλειοψηφίας. Όταν υπάρχει κάποια διαφωνία (και στη γνήσια δημοκρατία υπάρχουν πάντα διαφωνίες) η απόφαση από την πλειοψηφία εξασφαλίζει την πολιτική νομιμοποίηση γιατί φαίνεται, και είναι ένας δίκαιος τρόπος και επιπλέον ο πιο συμβατός με την ελευθερία. Η αρχή της λαϊκής κυριαρχίας, που βασίζεται στην αρχή της πλειοψηφίας, ισοδυναμεί με τη λεγόμενη «δημοκρατική αρχή», μια αρχή που ανακάλυψαν οι αρχαίοι Αθηναίοι.
Όμως, αναρωτιέται κανείς, είναι πολιτικά επιθυμητό να αποφασίζει η πλειοψηφία για τα πάντα; Όχι βέβαια. Διότι υπάρχει μια περιοχή όπου τα άτομα θα πρέπει να αφήνονται ελεύθερα να αποφασίζουν για τους εαυτούς τους, ακόμα και όταν οι αποφάσεις τους θα επηρεάσουν το σύνολο της κοινωνίας. Αυτή η περιοχή περιχαρακώνεται και προστατεύεται από τα ατομικά δικαιώματα. Είναι μια περιοχή προσωπικής ελευθερίας όπου η κοινωνία, η πλειοψηφία, η κυβέρνηση, δεν μπορούν να επέμβουν. Ποια είναι η έκταση αυτής της περιοχής; Εξαρτάται από το πόση ελευθερία έχει παραχωρήσει στα άτομα η κοινωνία. Ας ονομάσουμε αυτήν την αρχή «φιλελεύθερη». Η φιλελεύθερη αρχή κατοχυρώθηκε θεσμικά για πρώτη φορά από τον James Madison στο Αμερικανικό Σύνταγμα του 1787 και ιδίως στις Τροποποιήσεις (Bill of Rights) που ακολούθησαν δύο χρόνια αργότερα.
Επομένως, σε μια φιλελεύθερη δημοκρατία υπάρχει μια αυστηρά προσωπική περιοχή που την προστατεύουν τα αρνητικά δικαιώματα. Αυτή η περιοχή πρέπει να προστατεύεται όχι μόνο από μια αυταρχική κυβέρνηση αλλά ακόμα και από τη δημοκρατική πλειοψηφία. Την προστασία θα πρέπει να την εγγυάται το Κράτος Δικαίου και το πιο ισχυρό θεσμικό του όπλο: το Σύνταγμα. Μια κοινωνία όπου ο λαός καλείται τακτικά να εκφράσει τις αξίες, τις προτιμήσεις και τις επιλογές του μέσω της ψήφου και όπου το Κράτος Δικαίου εγγυάται μια εκτεταμένη περιοχή προσωπικής ελευθερίας, είναι μια φιλελεύθερη κοινωνία. Τα άτομα σ’ αυτήν την κοινωνία ελέγχουν τη ζωή τους, είναι προσωπικά αυτόνομα. Η ευημερία τους συνδέεται με τις ατομικές προτιμήσεις τους. Δεν καθορίζεται από την κοινωνία, μια πλειοψηφία ή μια επιτροπή ειδικών. Η ευημερία επιτυγχάνεται από την ικανοποίηση των ατομικών προτιμήσεων μέσω επιλογών και συμβάσεων.
Για να καταλάβουμε καλά την αντίθεση της δημοκρατικής με τη φιλελεύθερη αρχή, ας δούμε πώς ο John Stuart Mill υπερασπίζεται το σημαντικότερο ατομικό δικαίωμα: «Ας υποθέσουμε ότι ολόκληρη η ανθρωπότητα, με τη μοναδική εξαίρεση ενός ατόμου, έχει την ίδια άποψη πάνω σ’ ένα θέμα, ενώ το μοναδικό αυτό άτομο έχει αντίθετη άποψη από την υπόλοιπη ανθρωπότητα στο ίδιο θέμα. Ακόμα και σ’ αυτήν την περίπτωση η ανθρωπότητα δεν δικαιολογείται να αναγκάσει αυτό το μοναδικό άτομο να σωπάσει, περισσότερο απ’ ότι αυτό το άτομο δικαιολογείται, αν είχε τη δύναμη, να αναγκάσει την ανθρωπότητα να σωπάσει αυτή.»(On Liberty, 1859, II.1).
Η Αθήνα ήταν δημοκρατία, αλλά όχι φιλελεύθερη. Οι Αθηναίοι ανακάλυψαν την αρχή της πλειοψηφίας αλλά όχι τα ατομικά δικαιώματα. Επιπλέον, πολύ δύσκολα θα χαρακτήριζε κάποιος την Αθηναϊκή Πολιτεία, Κράτος Δικαίου. Διότι στο Κράτος Δικαίου, όπως ο Αριστοτέλης το όρισε, ο νόμος είναι πάνω από τους ανθρώπους, ακόμα και τις πλειοψηφίες: «τὸν ἄρα νόμον ἄρχειν αἱρετώτερον μᾶλλον ἢ τῶν πολιτῶν ἕνα τινά, κατὰ τὸν αὐτὸν δὲ λόγον τοῦτον, κἂν εἴ τινας ἄρχειν βέλτιον, τούτους καταστατέον νομοφύ-λακας καὶ ὑπηρέτας τοῖς νόμοις» (Πολιτικά 3.1287a). Στην αρχαία Αθήνα όμως ο λαός, ο Δήμος, ήταν πολιτικά κυρίαρχος και τίποτα δεν μπορούσε να περιορίσει την εξουσία του. Δεν υπήρχε Σύνταγμα, οι νόμοι μπορούσαν να καταργηθούν ή να αχρηστευθούν ανά πάσα στιγμή από μια περιστασιακή πλειοψηφία και δεν υπήρχε σύστημα θεσμικών ελέγχων και ισορροπιών. Η Αθήνα ήταν μια μη-φιλελεύθερη δημοκρατία.
Αλλά ας δούμε ποιο είναι ακριβώς το επιχείρημα του Constant. Για τον Γάλλο διανοούμενο η ελευθερία στην αρχαία Ελλάδα
συνίστατο στη συλλογική αλλά έμμεση άσκηση πολλών όψεων μιας ακέραιης κυριαρχίας· στη δημόσια διαβούλευση για ζητήματα πολέμου και ειρήνης· στη σύναψη συμμαχιών με ξένους· στην ψήφιση νόμων· στην έκδοση αποφάσεων· στον έλεγχο των δαπανών, των πράξεων και της διαχείρισης των αρχόντων, στην έγκληση των τελευταίων, στην απαγγελία κατηγοριών, στην καταδίκη ή στην αθώωσή τους. Αλλά εάν αυτή υπήρξε η αντίληψή τους για την ελευθερία, θεωρούσαν ταυτόχρονα ότι η τελευταία είναι συμβατή με την πλήρη υποταγή του ατόμου στην αυθεντία του συνόλου. Δεν απαντάται σε αυτούς καμία από τις απολαύσεις που, όπως είδαμε, αποτελούν τμήμα της ελευθερίας των συγχρόνων. Κάθε εκδήλωση της ιδιωτικής ζωής επιτηρείται αυστηρά. Καμία βαρύτητα δεν αποδίδεται στην ατομική ανεξαρτησία, ούτε στη σχέση της με την έκφραση γνώμης, το επάγγελμα και προπάντων τη θρησκεία. Η δυνατότητα να επιλέγει κανείς τη θρησκεία του, την οποία εμείς θεωρούμε ως πολύτιμο δικαίωμα, θα εθεωρείτο από τους αρχαίους εγκληματική και βλάσφημη. Η αυθεντία του κοινωνικού σώματος παρεμβάλλεται και φιμώνει τη βούληση των ατόμων σε ζητήματα που εμείς θεωρούμε τα πλέον ασήμαντα. […]Έτσι στους αρχαίους, το άτομο, αν και σχεδόν πάντα κυρίαρχο στα δημόσια πράγματα, κατέχει θέση δούλου στο πλαίσιο των ιδιωτικών του σχέσεων. Ως πολίτης αποφασίζει για τον πόλεμο και την ειρήνη· ως ιδιώτης περιορίζεται, παρακολουθείται και καταπιέζεται σε όλες του τις κινήσεις. Ως μέρος του συλλογικού σώματος ανακρίνει, καθαιρεί, καταδικάζει, ζημιώνει οικονομικά, εξορίζει και καταδικάζει σε θάνατο τους άρχοντες ή τους ανωτέρους του. Ό-ταν, όμως, υποτάσσεται στο συλλογικό σώμα, μπορεί με τη σειρά του να χάσει τη θέση του, να στερηθεί των προνομίων του, να εξορισθεί και να θανατωθεί από τη διακριτική βούληση του συνόλου στο οποίο ανήκει.
Στο σημείο αυτό ο Constant κάνει μια σημαντική διάκριση. Η αρχαία Αθήνα δεν είχε το ίδιο είδος δημοκρατίας με τις υπόλοιπες πόλεις-κράτη. Η Αθήνα ήταν ειδική περίπτωση. Οι Αθηναίοι απολάμβαναν μεγαλύτερη ελευθερία από τους άλλους Έλληνες και η δημοκρατία τους είχε ομοιότητες με εκείνες των σύγχρονων φιλελεύθερων δημοκρατιών:
Υπήρχε στην αρχαιότητα μια Πολιτεία, όπου η υποταγή της ατομικότητας στο συλλογικό σώμα δεν ήταν τόσο απόλυτη όσο την περιέγραψα. Η Πολιτεία αυτή υπήρξε η ενδοξότερη όλων. Μαντεύετε βέβαια ότι πρόκειται να μιλήσω για την Αθήνα. […][Α]πό όλα τα αρχαία κράτη, η Αθήνα είναι αυτή που μοιάζει περισσότερο με τα σύγχρονα. […]Το παράδειγμα της [Αθήνας], θα μπορούσε να μου αντιτάξει κανείς, προκειμένου να αντικρούσει ορισμένες παραδοχές μου. Ωστόσο, το παράδειγμα αυτό πρόκειται αντιθέτως να τις επιβεβαιώσει. Η Αθήνα, όπως έχω ήδη επισημάνει, υπήρξε η πλέον εμπορική από τις ελληνικές Πολιτείες, και παραχωρούσε στους πολίτες της απείρως μεγαλύτερη ατομική ελευθερία από ό,τι η Ρώμη και η Σπάρτη. Εάν μπορούσα να υπεισέλθω σε ιστορικές λεπτομέρειες, θα σας έδειχνα ότι το εμπόριο στάθηκε εκεί αφορμή για την εξάλειψη πολλών διαφορών που διακρίνουν τους αρχαίους από τους σύγχρονους λαούς. Το πνεύμα των εμπόρων της Αθήνας ήταν όμοιο με εκείνο των σύγχρονων. […]Παρατηρείστε, ακόμα, πόσο τα έθιμά τους μοιάζουν με τα δικά μας. […]Ως προς τις σχέσεις τους με τους ξένους, παρατηρούμε ότι επεκτείνουν τα πολιτικά δικαιώματα σε οποιονδήποτε μετοικεί στην πόλη τους με την οικογένειά του και ασκεί κάποιο επάγγελμα ή επιτήδευμα. Τέλος, εντυπωσιαζόμαστε από την υπερβολική αγάπη τους για την ατομική ανεξαρτησία.
Όμως, αν και η Αθήνα είχε το πολίτευμα με τη μεγαλύτερη ελευθερία στην αρχαία Ελ-λάδα, δεν θα μπορούσαμε να την χαρακτηρίσουμε φιλελεύθερη δημοκρατία. Η «πλήρης υποταγή του ατόμου στην αυθεντία του συνόλου» παρατηρείται και εκεί:
Εντούτοις, αρκετές από τις συνθήκες που καθόριζαν το χαρακτήρα των αρχαίων εθνών ίσχυαν και στην Αθήνα. Καθώς υπήρχε ένας πληθυσμός δούλων και περιορισμένα εδα-φικά όρια, συναντούμε και εκεί κάποια χαρακτηριστικά της ιδιαίτερης ελευθερίας των αρ-χαίων. Ο λαός νομοθετεί, ελέγχει τη διαγωγή των αρχόντων, υποχρεώνει τον Περικλή να λογοδοτήσει και καταδικάζει σε θάνατο όλους τους στρατηγούς που ήταν επικεφαλής στη ναυμαχία των Αργινουσών. Ταυτόχρονα εφαρμόζεται ο οστρακισμός, αυτή η νόμιμη αυθαιρεσία που εξαίρεται από όλους τους νομοθέτες της εποχής. Ο ανωτέρω θεσμός, που φαίνεται σε μας εξοργιστικά άδικος, και έτσι πρέπει, αποδεικνύει ότι στην Αθήνα το άτομο παρέμεινε περισσότερο υποταγμένο στην υπεροχή του κοινωνικού σώματος από όσο είναι σε οποιοδήποτε ελεύθερο ευρωπαϊκό κράτος σήμερα. […]Ο οστρακισμός στην Αθήνα εδραζόταν στην υπόθεση ότι η κοινωνία ασκεί απόλυτη εξουσία τα μέλη της. Με αυτή τη λογική θα μπορούσε να δικαιολογηθεί.
Προφανώς ο Constant έδωσε, ορθώς, μεγάλη σημασία στο θεσμό του οστρακισμού. Ο θεσμός είναι ασύμβατος με τη φιλελεύθερη δημοκρατία. Τον ενοχλούσε όμως τόσο επειδή ενίσχυε το επιχείρημά του ή επειδή και ο ίδιος είχε ζήσει τόσα χρόνια στην εξορία, διωγμένος από σχεδόν όλες τις αυταρχικές Γαλλικές κυβερνήσεις, ακόμα και τις επαναστατικές; Υπάρχουν άλλα παραδείγματα της μη-φιλελεύθερης φύσης της Αθηναϊκής δημοκρατίας και ενδείξεις απουσίας του Κράτους Δικαίου; Θα παρουσιάσουμε κάποια από αυτά στο τρίτο μέρος αφού συζητήσουμε πρώτα με συντομία τη φύση και την κατευθυντήρια αρχή της Αθηναϊκής Δημοκρατίας.
2. Η Αθηναϊκή Δημοκρατία και η Λαϊκή Κυριαρχία
Δεν πρόκειται να αφηγηθώ την ιστορία της ανάπτυξης των δημοκρατικών θεσμών της Αθήνας ούτε πρόκειται να τους περιγράψω. Η βιβλιογραφία (παλαιότερη και πρόσφατη) για την Αθηναϊκή δημοκρατία είναι πλούσια και υψηλής ποιότητας, δεδομένων των περιορισμών που έχουμε στο να καταγράψουμε ένα είδος πολιτικής οργάνωσης που, από πολλές απόψεις, απέχει τόσο πολύ από το δικό μας. Ωστόσο, πρέπει να ξεκαθαρίσω κάποια θέματα και να δώσω ιδιαίτερη έμφαση σε ορισμένα χαρακτηριστικά του Αθηναϊκού συστήματος διακυβέρνησης.
Θα ξεκινήσω με κάτι που σπανίως τονίζεται όταν περιγράφεται η Αθηναϊκή δημοκρα-τία: η έννοια της δημοκρατίας δεν αναπτύχθηκε θεωρητικώς παράλληλα με τη θεσμική εξέλιξη της Αθηναϊκής δημοκρατίας. Η δημοκρατική θεωρία ήταν σε εμβρυϊκή κατάσταση τον πέμπτο αιώνα π.Χ. Φυσικά μπορούμε να βρούμε μερικές ιδέες που ανέπτυξαν φιλόσοφοι (όπως ο Πλάτωνας) και θεατρικοί συγγραφείς (όπως ο Αισχύλος) ενώ δεν πρέπει να υποβαθμίσουμε τη σημασία του «Επιτάφιου» του Περικλή, ενός από τα σημαντικότερα πολιτικά κείμενα στην ανθρώπινη ιστορία. Αλλά, δεν έχουμε συστηματική (δημοκρατική) πολιτική θεωρία πριν τον Αριστοτέλη.
Από την άλλη πλευρά, η θεσμική εξέλιξη για τουλάχιστον 250 χρόνια (από τις μεταρρυθμίσεις του Σόλωνα έως το τέλος της Αθηναϊκής ανεξαρτησίας όταν ο Μέγας Αλέξανδρος κατοχύρωνε την εξουσία του στη Νότια Ελλάδα) ήταν ιδιαίτερα εντυπωσιακή. Ήταν ριζοσπαστική, καινοτόμος και περίπλοκη. Την ίδια στιγμή, όμως, δεν ήταν πάντα σταθερή και βασισμένη σε αρχές. Ακόμη και έναν αιώνα μετά τις μεταρρυθμίσεις του Κλεισθένη, ο μέσος Αθηναίος είχε μια μάλλον ασαφή ιδέα για το τι σήμαινε Δημοκρατία. Οι καθημερινοί άνθρωποι στην Αθήνα, αλλά και οι διανοούμενοι, ταύτιζαν τη δημοκρατία με ένα σύνολο θεσμών που καθιέρωναν τη λαϊκή κυριαρχία. Αλλά για πολλούς από αυτούς, η δημοκρατία δεν ήταν παρά η εξουσία του όχλου αφού οι αμόρφωτοι αγρότες, εργάτες, μικροέμποροι και ναύτες αποτελούσαν πάντοτε την πλειοψηφία. Μια πλειοψηφία που πολύ συχνά έπεφτε θύμα των δημαγωγών, των καιροσκόπων και των σωβινιστών. Παρά την έλλειψη ορισμού, η δημοκρατία ήταν πολύ δημοφιλής στην Αθήνα. Ακόμη και οι εχθροί της προσποιούνταν ότι ήταν δημοκράτες. Οι μεταρρυθμίσεις των Τριάκοντα Τυράννων ονομάζονταν «δημοκρατικές» καθώς την ίδια στιγμή το σκληρό, αυταρχικό καθεστώς εκτελούσε 1.500 επιφανείς δημοκρατικούς.
Γι’ αυτόν τον λόγο ήταν απαραίτητη μια επιπλέον θεσμική εξέλιξη: μια νομική ερμηνεία του όρου δημοκρατία. Αυτή η εξέλιξη ήρθε κάπως αργά. Το 337 π.Χ., κυριολεκτικά στο τέλος του βίου της Αθηναϊκής δημοκρατίας, ο Νόμος του Ευκράτη, ταύτισε τη Δημοκρατία με τη Λαϊκή Κυριαρχία για πρώτη φορά στην ιστορία των θεσμών:
ἐάν τις ἐπαναστῇ τῷ δήμῳ ἐπὶ τυραννίδι ἢ τὴν τυραννίδα συνκαταστήσῃ ἢ τὸν δῆμον τὸν Ἀθηναίων ἢ τὴν δημοκρατίαν τὴν Ἀθήνησιν καταλύσῃ, ὃς ἂν τὸν τούτων τι ποιήσαντα ἀποκτείνῃ, ὅσιος ἔστω·
Η πρωτότυπη ιδέα σε αυτό το διάταγμα ήταν το γεγονός ότι το έννομο αγαθό δεν ήταν πλέον (όπως στη προηγούμενη νομοθεσία προστασίας του Πολιτεύματος) η ασαφής έννοια της Δημοκρατίας, αλλά η πιο πολιτικά απτή έννοια της Λαϊκής Κυριαρχίας. Ο Δήμος ήταν η μοναδική πηγή πολιτικής εξουσίας και πολιτικής νομιμοποίησης. Το διάταγμα χαράχτηκε πάνω σε μια μαρμάρινη στήλη, η κορωνίδα της οποίας απεικόνιζε τη Δημοκρατία να στεφανώνει τον καθήμενο μπροστά της Δήμο. Ο πολιτικός συμβολισμός ήταν περισσότερο από ξεκάθαρος.
Στην εκπνοή της, η αρχαία Αθηναϊκή Δημοκρατία ήταν μια γνήσια δημοκρατία, ένα πολιτικό σύστημα που παραχωρούσε κυριολεκτικά απόλυτη εξουσία στο λαό. Παραχωρούσε όμως στο λαό και το δικαίωμα να καταχραστεί αυτή την εξουσία, απόλυτα.
3. Δημοκρατία Δίχως Ατομικά Δικαιώματα
Οι Αθηναίοι πολίτες είχαν δικαιώματα, αλλά αυτά τα δικαιώματα ήταν πολιτικά, όχι α-τομικά. Αυτό σημαίνει ότι οι Αθηναίοι πολίτες είχαν το δικαίωμα να συμμετέχουν στην πολιτική, να εκλέγουν και να εκλέγονται. Θα μπορούσε κάποιος να πει ότι είχαν ένα μερίδιο στην Αθηναϊκή πολιτική κοινότητα – όχι όλοι οι κάτοικοι της Αττικής, φυσικά, αλλά μονάχα ένα 10-12% του συνολικού της πληθυσμού (οι ελεύθεροι, ενήλικοι άντρες, Αθηναίοι πολίτες γεννημένοι στην Αθήνα, αναλογούσαν σε 30.000 από τους 250.000 κατοίκους της Αθήνας του 5ουαιώνα).
Ωστόσο, αυτά τα δικαιώματα δεν ανήκαν στους πολίτες με τον τρόπο που τα ατομικά δικαιώματα είναι συνδεδεμένα με το άτομο σήμερα. Οι Αθηναίοι πολίτες δεν ήταν «ά-τομα» (ο ατομικισμός δεν είχε επινοηθεί) αλλά τμήματα ενός οργανικού συνόλου. Η «ατομικιστική» συμπεριφορά εξομοιωνόταν με εγωισμό και δεν ήταν ανεκτή από το πολιτικό σύστημα – ο οστρακισμός ήταν η δικλείδα ασφαλείας. Ήταν επίσης κατακριτέα από τη φιλοσοφία και την ποίηση. Όσοι ήρωες της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας εμφάνιζαν ανησυχητικά ατομικιστικές τάσεις, κατηγορούνταν για ύβρη και το τέλος τους ήταν προκαθορισμένο.
Τα ατομικά δικαιώματα δεν μπορούσαν να επινοηθούν σε ένα τέτοιο περιβάλλον. Ο Αριστοτέλης έχει περιγράψει τα όρια του ατόμου στην πρώιμη θεωρία του για το κοινωνικό συμβόλαιο, η οποία θυμίζει αρκετά τη θεωρία που θα υποστηρίξει ο Thomas Hobbes, 2 χιλιετίες αργότερα. Ο άνθρωπος δεν μπορεί να επιβιώσει ως ένα απομο-νωμένο άτομο γιατί είναι από τη φύση του κοινωνικό ζώο. Η Πόλις προηγείται του α-τόμου εκ φύσεως, καθώς το άτομο δεν μπορεί να υπάρχει εκτός της κοινωνίας. Όχι μόνο επειδή δεν είναι αυτάρκης αλλά και διότι δεν μπορεί να υφίσταται ως κάτι ξεχω-ριστό από την κοινωνία. Και εφόσον δεν μπορεί να είναι ένας θεός, είναι προφανώς ένα κτήνος.
Κατά την ορολογία του Constant: το άτομο δεν ήταν μονάχα υπόδουλο στην κυριαρχία του κοινωνικού συνόλου – ήταν αφύσικο γι’ αυτό να γίνει αντιληπτό ως κάτι ανεξάρτητο του κοινωνικού συνόλου. Αυτή ήταν η συμβατική αντίληψη στην αρχαία Ελλάδα, ακόμα και στη δημοκρατική Αθήνα. Τα ατομικά δικαιώματα, με την έννοια των δικαιωμάτων που περιορίζουν την πολιτική κοινότητα, ήταν επομένως κάτι το αδιανόητο.
4. Δημοκρατία Χωρίς Κράτος Δικαίου
Η Αθηναϊκή Δημοκρατία δεν ήταν μια συνταγματική δημοκρατία. Η Αθήνα δεν είχε σύνταγμα. Έτσι η εξουσία δεν μπορούσε να περιοριστεί. Υπήρχαν βεβαίως νόμοι που προέβλεπαν διάφορες διαδικασίες. Ωστόσο, αυτές οι διαδικασίες θα μπορούσαν να αλλάξουν μάλλον εύκολα, αν το επιθυμούσε μια προσωρινή πλειοψηφία. Η αναδρομι-κότητα δεν ήταν συνηθισμένη αλλά δεν ήταν και ξένη στο Αθηναϊκό νομικό σύστημα. Δεν υπήρχαν δικαστές αλλά λαϊκοί ένορκοι. Στην πραγματικότητα, οι δίκες στην Αθήνα ήταν λιγότερο δίκες και περισσότερο συνεδριάσεις ενός πολιτικού σώματος με 501 μέλη. Θα ήταν δύσκολο και για τον ικανότερο δικηγόρο να παρουσιάσει στοιχεία και να χρησιμοποιήσει ορθολογικά επιχειρήματα σε ένα τέτοιο σώμα. Αλλά δεν υπήρχαν καν δικηγόροι. Οι κατηγορούμενοι έπρεπε να υπερασπιστούν τους εαυτούς τους με τη βοήθεια μιας αγόρευσης, που είχε προετοιμάσει γι’ αυτούς ένας επαγγελματίας λογογρά-φος. Το αθηναϊκό ήταν ξεκάθαρα ένα πολιτικό σύστημα στο οποίο κυριαρχούσαν οι άνθρωποι και όχι οι νόμοι.
Δεν επιθυμούμε να υποτιμήσουμε τον προοδευτικό, για την εποχή του, χαρακτήρα αυ-τού του πολιτικού συστήματος. Οι Αθηναίοι είχαν περισσότερες ασφαλιστικές δικλείδες να τους προστατεύουν από την αυθαίρετη εξουσία από οποιοδήποτε άλλο έθνος στον πλανήτη. Επιπλέον, αισθάνονταν ελεύθεροι και ανεξάρτητοι. Αλλά αυτό ήταν, έως έναν βαθμό, μια ψευδαίσθηση. Υπάρχουν πολλές δίκες που βοηθούν να το κατανοήσουμε.
Ένα διάσημο παράδειγμα είναι η δίκη των στρατηγών μετά από τη (νικηφόρο για τους Αθηναίους) ναυμαχία στις Αργινούσες. Σε 6 από τους 8 στρατηγούς ασκήθηκε δίωξη (οι υπόλοιποι δύο επέλεξαν την αυτοεξορία) επειδή απέτυχαν να διασώσουν όσους επέζησαν από τις βυθισμένες τριήρεις μετά από μια άγρια καταιγίδα. Οι έξι στρατηγοί καταδικάστηκαν σε θάνατο έπειτα από μια ιδιαίτερα προβληματική δίκη (ένα μείγμα πολιτικών ελιγμών και συναισθηματικών εξάρσεων), παρά τις προσπάθειες πολλών αξιωματούχων να επιβάλουν τον νόμο και να εξασφαλίσουν μια δίκαιη δίκη. Απέτυχαν παταγωδώς. Ένας από αυτούς τους νομοταγείς αξιωματούχους ήταν ο Σωκράτης, ο οποίος ήταν «επιστάτης» (Πρόεδρος του δικαστηρίου), το μοναδικό δημόσιο αξίωμα που κατείχε στη ζωή του.
Η αποτυχία να προστατεύσουν τα «δικαιώματα» των κατηγορουμένων στη δίκη των Αργινουσών και η παράκαμψη του νόμου για πολιτικούς σκοπούς, οδήγησε τελικά στη δίωξη του ίδιου του Σωκράτη. Ο πραγματικός κατήγορος δεν ήταν ο Άνυτος αλλά το ίδιο το Δημοκρατικό Κόμμα. Ο Άνυτος ήταν ένας διαβόητος νεόπλουτος πολιτικός, ο οποίος έγινε δημοφιλής (παρά το αμφιλεγόμενο παρελθόν του) όταν συμμετείχε ε-νεργά στην ανατροπή των Τριάκοντα Τυράννων. Ο ίδιος ενσάρκωνε την απέχθεια που διατηρούσαν τα μέλη του Δημοκρατικού Κόμματος για την κριτική του Σωκράτη στον κανόνα της πλειοψηφίας, στην αρχή της λαϊκής κυριαρχίας και τη δημοκρατική διακυβέρνηση. Η κριτική του Σωκράτη δεν απαξίωνε απαραίτητα τη δημοκρατία. Αλλά ήταν αμφιλεγόμενη ειδικά σε ένα σημείο: ο Σωκράτης ήταν οπαδός του κράτους δικαίου, του περιορισμού δηλαδή της (δημοκρατικής) εξουσίας.
Για τον Σωκράτη οι νόμοι δεν ήταν απλώς «λέξεις χωρίς τα ξίφη». Ο Σωκράτης αυτό που πίστευε το υποστήριζε με τη διδασκαλία και τις επιλογές του. Ίσως στο πιο διά-σημο απόσπασμα στην πολιτική φιλοσοφία, εξηγεί το γιατί (Πλάτων, Κρίτων 50a-c):
ἐλθόντες οἱ νόμοι καὶ τὸ κοινὸν τῆς πόλεως ἐπιστάντες ἔροιντο· “εἰπέ μοι, ὦ Σώκρατες, τί ἐν νῷ ἔχεις ποιεῖν; ἄλλο τι ἢ τούτῳ τῷ ἔργῳ ᾧ ἐπιχειρεῖς διανοῇ τούς τε νόμους ἡμᾶς ἀπολέσαι καὶ σύμπασαν τὴν πόλιν τὸ σὸν μέρος; ἢ δοκεῖ σοι οἷόν τε ἔτι ἐκείνην τὴν πόλιν εἶναι καὶ μὴ ἀνατετράφθαι, ἐν ᾗ ἂν αἱ γενόμεναι δίκαι μηδὲν ἰσχύωσιν ἀλλὰ ὑπὸ ἰδιωτῶν ἄκυροί τε γίγνωνται καὶ διαφθείρωνται;”
Η δίωξη και η καταδίκη του Σωκράτη προκάλεσε τέτοιο σοκ στους μαθητές του που οδήγησε ουσιαστικά στη γένεση της πολιτικής φιλοσοφίας. Ο αντίκτυπος αυτού του σοκ συναντάται όχι μόνο στον Αριστοτέλη αλλά θα τον ανακαλύψουμε ακόμα και στα πρακτικά της Συντακτικής Συνέλευσης που ψήφισε το Αμερικανικό Σύνταγμα του 1787.
Παρά τη διαβόητη κληρονομιά που άφησε η δίκη του Σωκράτη, υπάρχει κι άλλη μια δίκη, μια πολιτική δίκη, που αποτελεί ένα ακόμα καλύτερο παράδειγμα. Είναι η υπόθεση του χρυσού στεφάνου, που δόθηκε παράνομα ως βραβείο στον Δημοσθένη μετά από πρόταση του Κτησιφώντα, πολιτικού συμμάχου του Δημοσθένη, το 330 π.Χ. Ο Αισχίνης, που ήταν πολιτικός αντίπαλος του Δημοσθένη, αποφάσισε να μηνύσει τον Κτησιφώντα (υπονομεύοντας τον Δημοσθένη ταυτόχρονα) καθώς η απονομή του συγκεκριμένου βραβείου ήταν παράνομη εφόσον ο Δημοσθένης ήταν ακόμη αξιωματούχος και η τελετή έλαβε χώρα στα Διονύσια! Είναι ξεκάθαρο ότι ο Κτησιφώντας παραβίασε τον νόμο με την πρότασή του. Ο Αισχίνης περίμενε 6 χρόνια μέχρι να βρει την κατάλληλη ευκαιρία για να μηνύσει τον Κτησιφώντα, το 336 π.Χ. Στην πολύ καλά οργανωμένη και δομημένη με επιχειρήματα αγόρευσή του (Κατά Κτησιφώντα), ο Αισχίνης παρουσίασε την παραβατικότητα της πρότασης βασισμένος σε γεγονότα και στον γραπτό νόμο της πόλης. Σε ένα περίφημο απόσπασμα διακηρύσσει ότι η Αθηναϊκή Δημοκρατία είναι κράτος δικαίου. Και εξηγεί στους ενόρκους γιατί αυτό είναι τόσο σημαντικό (Aeschin. 3 6):
Εὖ γὰρ ἴστε, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, ὅτι τρεῖς εἰσὶ πολιτεῖαι παρὰ πᾶσιν ἀνθρώποις, τυραννὶς καὶ ὀλιγαρχία καὶ δημοκρατία: διοικοῦνται δ᾽ αἱ μὲν τυραννίδες καὶ ὀλιγαρχίαι τοῖς τρόποις τῶν ἐφεστηκότων, αἱ δὲ πόλεις αἱ δημοκρατούμεναι τοῖς νόμοις τοῖς κειμένοις. Μηδεὶς οὖν ὑμῶν τοῦτ᾽ ἀγνοείτω, ἀλλὰ σαφῶς ἕκαστος ἐπιστάσθω, ὅτι ὅταν εἰσίῃ εἰς δικαστήριον γραφὴν παρανόμων δικάσων, ἐν ταύτῃ τῇ ἡμέρα μέλλει τὴν ψῆφον φέρειν περὶ τῆς ἑαυτοῦ παρρησίας. Διόπερ καὶ ὁ νομοθέτης τοῦτο πρῶτον ἔταξεν ἐν τῷ τῶν δικαστῶν ὅρκῳ, “ψηφιοῦμαι κατὰ τοὺς νόμους,” ἐκεῖνό γε εὖ εἰδώς, ὅτι ἂν διατηρηθῶσιν οἱ νόμοι τῇ πόλει, σῴζεται καὶ ἡ δημοκρατία.
Ορισμένοι μελετητές αναφέρουν αυτό το απόσπασμα ως απόδειξη ότι η Αθηναϊκή Δημοκρατία ήταν τελικά ένα κράτος δικαίου. Όμως αυτό το κείμενο δεν περιέχει μια περιγραφή αλλά ένα επιχείρημα – ένα επιχείρημα στο οποίο οι δικαστές έδωσαν ελάχιστη σημασία.
Παρά την εξαιρετική του ομιλία, δεν μπόρεσε να πείσει περισσότερο από το 1/5 των ενόρκων. Όλοι οι υπόλοιποι μαγεύτηκαν από την ομιλία του Δημοσθένη. Ο Δημοσθένης δεν ασχολήθηκε πολύ με νομικά επιχειρήματα. Δεν απάντησε σχεδόν καθόλου στα επιχειρήματα του Αισχίνη. Έδωσε απλώς έναν από τους σπουδαιότερους πολιτικούς λόγους στην ιστορία. Είναι χαρακτηριστικό ότι ανακοινώνει από την αρχή ότι τα επιχειρήματά του θα είναι αμιγώς πολιτικά:
Kακοήθης δ᾽ ὤν, Αἰσχίνη, τοῦτο παντελῶς εὔηθες ᾠήθης, τοὺς περὶ τῶν πεπραγμένων καὶ πεπολιτευμένων λόγους ἀφέντα με πρὸς τὰς λοιδορίας τὰς παρὰ σοῦ τρέψεσθαι. Οὐ δὴ ποιήσω τοῦτο: οὐχ οὕτω τετύφωμαι: ἀλλ᾽ ὑπὲρ μὲν τῶν πεπολιτευμένων ἃ κατεψεύ-δου καὶ διέβαλλες ἐξετάσω, τῆς δὲ πομπείας ταύτης τῆς ἀνέδην γεγενημένης, ὕστερον, ἂν βουλομένοις ᾖ τουτοισί, μνησθήσομαι.
Η ολέθρια ήττα του Αισχίνη αποτελεί και εμβληματική ήττα για την ιδέα του κράτους δικαίου.
5. Μια Φαντασιακή Ανοιχτή Κοινωνία
Η Αθήνα δεν υπήρξε ποτέ κράτος δικαίου. Τα ατομικά δικαιώματα δεν αναγνωρίζονταν. Ήταν μια μη-φιλελεύθερη δημοκρατία. Ο Benjamin Constant είχε δίκιο όταν τόνιζε τις διαφορές με τις σύγχρονες δημοκρατίες. Παρ’ όλα αυτά, η Αθήνα δεν ήταν οποιαδήποτε δημοκρατία. Οι Αθηναϊκοί δημοκρατικοί θεσμοί ήταν υψηλής θεσμικής ποιότητας και η ατμόσφαιρα της ελευθερίας κυρίαρχη. Δεν μπορούμε παρά να διακρίνουμε σε πολιτικά και νομικά κείμενα, όπως αυτά το Αισχύνη ή του Πλάτωνα, ότι οι Αθηναίοι διανοούμενοι επιθυμούσαν κάτι παραπάνω. Θα αναφερθώ εν συντομία σε τρία κείμενα: μια τραγωδία, μια κωμωδία και έναν πολιτικό λόγο. Μοιράζονται (αντιστοίχως) την ίδια διαισθητική διορατικότητα για το κράτος δικαίου, για τον ατομικισμό, για μια ανεκτική, φιλελεύθερη κοινωνία.
Στις Ευμενίδες η θεά Αθηνά ιδρύει τον Άρειο Πάγο με μια διακήρυξη η οποία είναι εντυπωσιακή, διότι υπόσχεται έναν από τους πυλώνες του κράτους δικαίου: αμερόληπτη δικαιοσύνη που δεσμεύεται μόνο από τους νόμους (Aesch. Eum. 470-490):
Φόνων δικαστὰς ὁρκίους αἱρουμένη θεσμὸν τὸν εἰς ἅπαντ᾽ ἐγὼ θήσω χρόνον. Ὑμεῖς δὲ μαρτύριά τε καὶ τεκμήρια καλεῖσθ᾽, ἀρωγὰ τῆς δίκης ὁρκώματα: Κρίνασα δ᾽ ἀστῶν τῶν ἐμῶν τὰ βέλτατα ἥξω, διαιρεῖν τοῦτο πρᾶγμ᾽ ἐτητύμως, ὅρκον πορόντας μηδὲν ἔκδικον φράσειν.
O πρωταγωνιστής του Αριστοφάνη στους Αχαρνείς είναι ένας Αθηναίος πολίτης που αποφασίζει να συνάψει ιδιωτική ειρήνη με τη Σπάρτη! Ο Αριστοφάνης έγραψε το θεατρικό κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού Πολέμου, ενώ τον καταδίωκε πολιτικά και δικαστικά ο Κλέων, ένας φιλοπόλεμος δημαγωγός. Δεν είναι τυχαίο ότι όταν ο Δικαιόπολις, ο πρωταγωνιστής, αποφασίζει να συμπεριφερθεί ως ένα αυτόνομο άτομο, απογοητευμένος από τη συλλογική λήψη αποφάσεων (στην Εκκλησία του Δήμου), αναγκάζεται να έρθει αντιμέτωπος με το κοινωνικό στίγμα, την απαξίωση, αλλά και την εχθρότητα των συμπατριωτών του.
Χορός
Τοῦτ᾽ ἐρωτᾷς; ἀναίσχυντος εἶ καὶ βδελυρὸς ὦ προδότα τῆς πατρίδος, ὅστις ἡμῶν μόνος
σπεισάμενος εἶτα δύνασαι πρὸς ἔμ᾽ ἀποβλέπειν.
Δικαιόπολις
Ἀντὶ δ᾽ ὧν ἐσπεισάμην οὐκ ἴστε. μἀλλα᾽ ἀκούσατε.
Χορός
Σοῦ γ᾽ ἀκούσωμεν; ἀπολεῖ: κατά σε χώσομεν τοῖς λίθοις.
Καταφέρνει να τους πείσει με την υπενθύμιση των ανήθικων ενεργειών της Αθηναϊκής δημοκρατίας (Aristoph. Ach. 496) κι έπειτα, η πρώτη πράξη του (αφού γελοιοποιεί το Λάμαχο, έναν πολεμοχαρή στρατηγό που θεωρούνταν ήρωας πολέμου), είναι να εγκαθιδρύσει μια ιδιωτική αγορά – μια αγορά όπου το εμπόριο είναι ανοιχτό ακόμα και για τους πολίτες των εχθρικών πόλεων!
Δικαιόπολις
Ἐγὼ δὲ κηρύττω γε Πελοποννησίοις ἅπασι καὶ Μεγαρεῦσι καὶ Βοιωτίοις πωλεῖν ἀγοράζειν πρὸς ἐμέ.
Η ατομικιστική συμπεριφορά του Δικαιόπολη δικαιώνεται και οι συμπολίτες του την αναγνωρίζουν χρησιμοποιώντας μάλιστα τη λέξη «ευδαιμονία» (Aristoph. Ach. 836):
Χορός
Εὐδαιμονεῖ γ᾽ ἅνθρωπος. οὐκ ἤκουσας οἷ προβαίνει τὸ πρᾶγμα τοῦ βουλεύματος; καρπώσεται γὰρ ἁνὴρ ἐν τἀγορᾷ καθήμενος.
Τέλος, ο ίδιος ο Περικλής, στον «Επιτάφιο» περιγράφει την Αθήνα ως μια ανεκτική φιλελεύθερη δημοκρατία, σε ένα αξιοσημείωτο χωρίο (Thuc. 2.37):
Ἐλευθέρως δὲ τά τε πρὸς τὸ κοινὸν πολιτεύομεν καὶ ἐς τὴν πρὸς ἀλλήλους τῶν καθ᾽ ἡμέραν ἐπιτηδευμάτων ὑποψίαν, οὐ δι᾽ ὀργῆς τὸν πέλας, εἰ καθ᾽ ἡδονήν τι δρᾷ, ἔχοντες, οὐδὲ ἀζημίους μέν, λυπηρὰς δὲ τῇ ὄψει ἀχθηδόνας προστιθέμενοι.
Δεν υπάρχει κανένα ιστορικό στοιχείο που να βεβαιώνει ότι η Αθήνα ήταν μια τέτοια κοινωνία, μια ανοιχτή κοινωνία όπως σε μια σύγχρονη φιλελεύθερη δημοκρατία. Προφανώς ο Περικλής υπερβάλει, ή μάλλον πιθανότερο είναι ότι ο Θουκυδίδης άφησε τη φαντασία του να οργιάσει όταν περιέγραψε την Αθηναϊκή Δημοκρατία. Η διορατικότητά του, όπως και η ενόραση των δύο ποιητών, είναι ζωντανή απόδειξη μιας υψηλής ποιότητας πνευματική ζωή, η οποία μπορεί να μην αντικατοπτρίστηκε πάντα σε θεσμούς ή στην καθημερινή ζωή, όμως ενέπνευσε και ακόμα εμπνέει τις ιδέες της ελευθερίας.
1Αυτό είναι το κείμενο ομιλίας που ετοίμασα (ως ένας από τους κεντρικούς ομιλητές) για το διεθνές συνέδριο “Ancient Greece and the Modern World: The Influence of Greek Thought on Philosophy, Sci-ence and Technology” (Αρχαία Ολυμπία, Αύγουστος 2016). Ως κείμενο ομιλίας είναι βέβαια ακόμα σε πολύ πρώιμη μορφή. Όμως θα οδηγήσει σε μελέτη αρκετά μεγαλύτερης έκτασης που θα δημοσιευθεί σε διεθνές επιστημονικό περιοδικό. Αν θα θέλατε να λάβετε το τελικό κείμενο της μελέτης, μπορείτε να μου στείλετε email εδώ: ahatzis@phs.uoa.gr. Με την ευκαιρία θα ήθελα να ευχαριστήσω για τα σχόλιά τους τη Γιούλη Φωκά-Καβαλιεράκη και τον Νίκο Χατζή. Η μετάφραση του κειμένου του Benjamin Constant προέρχεται από το βιβλίο: Benjamin Constant, Περί Ελευθερίας και Ελευθεριών. Μετάφραση: Ε-λένη Κόλλια & Τάσος Δαρβέρης. Επιμέλεια: Φιλήμων Παιονίδης. Θεσσαλονίκη: Ζήτρος, 2000.
------------------