«Κι αν είμαι rock μη με φοβάσαι…»
Σαββατόβραδο. Μόλις τέλειωσε το πάρτυ. Η αλήθεια είναι πως συνεχίζεται λίγο πιο έξω. Αγόρια και κορίτσια της εφηβείας και της χαράς. Τι ζωή τους δίνουμε; Είτε καταφέραμε να αποφύγουν είτε όχι τη λαίλαπα, ξέρουμε τι αφήνουμε πίσω μας; Η φωτιά έχει πολλούς τρόπους για να καίει ψυχές.
Η γιορτή τους συνεχίζεται λίγο πιο κει και βρήκα χρόνο να γράψω, ακούγοντας τις φωνές της.
Το παρόν πόνημα πρέπει (έπρεπε) να είναι ένα βαθύτατα πολιτικό κείμενο. Καθόλου προσωπικό. Δεν γίνεται έτσι. Το προσωπικό είναι πολιτικό και αντίστροφα.
Προχτές, έλαβα εξώδικο . Εγγυήθηκα σε σύμβαση δανείου και καλούμαι να πληρώσω.
Γράφω και το δεύτερο παίζει: «Σαρακηνοί και βενετσιάνοι πιάνουν και δένουν στο κατάρτι…» Όχι εμένα πάντως. «Το παλικάρι, τον αντάρτη» έδεσαν. «Κι εκεί στου μακελειού τη λάμψη…»
Δεν έχω να πληρώσω. Ένα σπίτι έχω και το θέλουν. Τράπεζες είναι. Έτσι θέλουν.
Δεν χρωστάω τίποτα. Ούτε ο δανειολήπτης χρωστάει. Ποιος τους έδωσε το δικαίωμα να δανείζουν; Ποιος τους έδωσε το χρήμα, ιδιοκτησία τους;
Ποιον ρώτησαν οι κύριοι της πολιτικής, όταν μετέτρεπαν το χρήμα, από δημόσιο εργαλείο συναλλαγών σε εμπόρευμα; Νύχτα έγινε. Ο Παπαδόπουλος- για το δικτάτορα μιλώ- χάριζε τα δάνεια των αγροτών κι έδινε εντολή να τυπώσει χρήμα ο Χολαργός. Σ’ όλο τον κόσμο έτσι γινόταν. Δεν ήταν κάποια «χουντική» πατέντα. Τότε, μπορούσαν τα κράτη να τυπώσουν χρήμα. Ούτε μια τσακιστή δεκάρα, δεν μπορούν να τυπώσουν οι πολιτικοί μας, πια. Δανείζονται και το τελευταίο τάλιρο. Για τη σύνταξη, για την περίθαλψη, για ένα έργο, για όλα. Στην πραγματικότητα, δανείζονται, για να τα μοιραστούν μεταξύ τους.
Ως τη μέρα που ο «μονεταριστής» Φρίντμαν εμφανίστηκε και του έδωσαν Νόμπελ, υπήρχε μια, ας την πούμε, "συμφωνία κυρίων", μεταξύ πολιτικών και τραπεζών, να τυπώνει ο καθένας σύμφωνα με τις ανάγκες του. Οι πολιτικοί για το κράτος και οι τράπεζες για να δανείσουν. Κι ας ήταν οι Κεντρικές Τράπεζες -τα τυπογραφεία του χρήματος- ιδιοκτησία των τραπεζιτών.
Είναι παράξενος ο τρόπος που μοιράζονται τα Νόμπελ. Έρχονται, πάντα, στην κατάλληλη στιγμή. Εκεί στη δεκαετία του 70, όταν ο Ροκφέλερ, ο Μπρεζίνσκι και οι λοιποί πατέρες της παγκοσμιοποίησης τον υιοθέτησαν, ο Φρίντμαν πήρε και Νόμπελ, για να αποκτήσει "επιστημονικότητα" το έργο του. Ο κ.Φρίντμαν βραβεύτηκε, επειδή επέμενε να λέει πως το χρήμα είναι «αγαθό», δηλ. εμπόρευμα και η προσφορά του είναι αυτή που πρέπει να καθορίζει τη δημοσιονομική πολιτική. Κάπως έτσι και χάρις στην πρώτη πετρελαϊκή κρίση, στάλθηκε στο πυρ το εξώτερο ο Κέϋνς και οι κοινωνικές ισορροπίες. Αυτό που δεν είπε ο κ. Φρίντμαν και απέκρυψαν ΟΛΟΙ όσοι υιοθέτησαν τις λογικές του, ήταν «τίνος είναι το χρήμα»;
Η σιωπή γύρω από αυτό το γεγονός τηρείται ευλαβικά και από τους "πολέμιους" του συστήματος. Δεν υπάρχουν "μαρξιστικές" αναφορές, που να λένε πως το χρέος και η υπερτροφική διόγκωση του οφείλονται στο γεγονός πως το χρήμα είναι ιδιοκτησία των τραπεζιτών, από τους οποίους υποχρεωτικά το δανείζονται κράτη και λαοί! Χιλιάδες σελίδες για θεωρίες και "επιστημονικές" απόψεις και κανείς δεν κάνει αναφορά στο πρωταρχικό αυτό θέμα. Κάτω από πολύ μελάνι θάβεται η αλήθεια.
Επί 30 χρόνια, σε όλο τον κόσμο, μάζευαν ομήρους, μέσω της καθήλωσης μισθών και εισοδημάτων και χάρις στις ψευδαισθήσεις και τις προσδοκίες, που καλλιεργούσαν συστηματικά τα ΜΜΕ. Παρότρυναν σε δανεισμό τους ιδιώτες και υπερχρέωναν τα κράτη, χρησιμοποιώντας την προπαγάνδα του "ισχυρού κράτους" και της "αέναης ανάπτυξης". Μάζευαν ομήρους και σήμερα απαιτούν τα λύτρα και μαζεύουν τα λάφυρα. Αυτοί, οι νέοι αυτοκράτορες.
Σήμερα, ξέρουμε. Έπρεπε να περάσουν χρόνια αφέλειας και άγνοιας, χρόνια μεγάλων προσδοκιών και υπερχρέωσης, έπρεπε να επέλθει μια παγκόσμια καταστροφή για να μάθουμε, από το ελεύθερο διαδίκτυο, πώς παίζεται το παιχνίδι και πόσο υπόδουλοι είμαστε σε μια χούφτα ολιγαρχών.
Δεν χρωστάμε σε κανέναν.
Μετά από μια καταστροφή, συνηθίζεται να χαρίζονται τα χρέη των αδύναμων να πληρώσουν. Και όταν αυτή η καταστροφή έγινε με υπαιτιότητα των τραπεζιτών, για ποιο λόγο να πληρώσουν οι πολλοί τα σπασμένα; Οι δανειολήπτες, που παγιδεύτηκαν, μέσα σ’ ένα κενό χρήματος και κάποιοι «εγγυητές», σαν εμένα; Ποιος δημιούργησε την αδυναμία πληρωμών και την αδυναμία εξυπηρέτησης των χρεών;
Ποιος αφαίρεσε το χρήμα από την αγορά; Ποιος το μετέτρεψε στο πιο σπάνιο εμπόρευμα του κόσμου;
Ποιος δίνει στις τράπεζες, επειδή είναι πολύ μεγάλες για να πτωχεύσουν και αρνιέται τη ζωή, το παρόν και το μέλλον, ακόμα και στις αγέννητες γενιές;
Το πολιτικοτραπεζικό συγκρότημα, που έχει επιβάλλει στυγνή και απάνθρωπη οικονομική κατοχή, χρειάζεται μία μεγάλη απάντηση, φτιαγμένη από φωνή ανθρώπων, με γνώση, αποφασιστικότητα και όραμα:
Είμαστε πάρα πολλοί για να πτωχεύσουμε.
Θα σας περιμένουμε κύριοι, με τα εξώδικα. Δεν σας χρωστάμε. Μας κλέψατε. Δεν είναι δικοί μας οι νόμοι, που σας δίνουν εξουσία πάνω στη ζωή και την περιουσία μας. Πάνω στη ζωή, την εργασία και το μέλλον των παιδιών μας.
Είστε στρατός κατοχής, κ.κ. τραπεζίτες.
Γι' αυτό και ο αγώνας μας είναι «υπέρ βωμών και εστιών». Κυριολεκτικά και μεταφορικά.
Σας λέω «μολών λαβέ», κύριοι. Δεν ανήκω στην κατηγορία των ηρώων. Δεν ήμουν ποτέ "αντάρτης παληκάρι". Η απελπισία και η γνώση οδηγούν. Έχετε άλλη πρόταση; Η ελπίδα πέθανε. Το ψέμα φαίνεται. Δεν θα φοβηθούμε την απώλεια των αλυσίδων που σφυρηλατείτε, δίχως ήχο. Παίξατε, πολιτικοί και τραπεζίτες, με την αφέλεια και την άγνοια μας. Παίξατε με ζωές, σκορπώντας θάνατο, απελπισία και συμφορά. Σας περιμένω και ελπίζω να μην είμαι μόνος. Θα είμαι, επίσης, και εκεί, που κάποιος συνάνθρωπος, κάποιος άγνωστος φίλος, θα με χρειαστεί. "Χρεοκοπημένοι όλου του κόσμου ενωθείτε", καθώς λέεει η αφίσα των αναρχικών. Ο πλανήτης, η πολιτική, η οικονομία, οι αξίες μας, η παιδεία , όλα χρεοκόπησαν.
Να γίνουμε πολλοί και να πηγαίνουμε παντού, όπου κάποιος εξαγορασμένος πολιτικός θα προσπαθήσει να εκχωρήσει δημόσια γη σε απατεώνες τραπεζίτες. Είναι διαχειριστές και όχι ιδιοκτήτες. Η δημόσια ή ιδιωτική, η περιουσία είναι δική μας.
Κι αν δεν υπάρχουν νόμοι, που να «νομιμοποιούν» το δικαίωμα των ανθρώπων στην αντίσταση και στον αγώνα για την απελευθέρωση, θα ρωτήσουμε, αν υπάρχουν δικαστές, που δεν φοβούνται τους ξένους νόμους. Υπάρχουν;
Θέλουμε δικαιοσύνη και νόμους, για λευτεριά και αξιοπρέπεια. Κι αν ούτε ο δικαστής βρεθεί μαζί μας, τότε τι χρειαζόμαστε μια δικαιοσύνη, που είναι φτιαγμένη για φεουδάρχες;
Έχουμε κατοχή και, απέναντι σε στρατεύματα κατοχής, με γραβάτες και κοστούμια, κάθε μέσο είναι νόμιμο, ηθικά, πολιτικά, οικονομικά, κοινωνικά. Θέλουμε τη λευτεριά, μέσα από τους δρόμους της γνώσης και της αλήθειας. Μέσα από τη δύναμη των πολλών και όχι μέσα από τη βία και τους νόμους των λίγων
Και για να επιστρέψω σε ένα "προσωπικό" θέμα, που δεν είναι τόσο προσωπικό: Επί χρόνια, ελέω άχρηστων πολιτικών, ο νόμος σας απαιτούσε ο κάθε δανειζόμενος να βρίσκει έναν εγγυητή, για να είστε σίγουροι, πως θα πάρετε αυτό που θέλετε και αυτό που ουδέποτε ανήκε σε σας. Χρησιμοποιώντας το «τραπεζικό κλασματικό απόθεμα», δανείζατε ποσά πολλαπλάσια από αυτά που είχατε. Αν το παγκόσμιο χρέος, σήμερα, είναι 70 τρις δολάρια, το χρήμα που κυκλοφορεί δεν υπερβαίνει τα δέκα. ΌΛΟ το χρήμα του κόσμου να μαζέψουμε, ποτέ δεν θα μπορέσουμε να σας ξοφλήσουμε. Και τα πράγματα διαρκώς χειροτερεύουν. Ζούμε την εποχή του μνημονίου, της τρόικας, του υπάλληλου, που λέγεται Παπανδρέου και που μας υπόσχονται, περισσότερο χρέος, αν μείνουμε υπάκουοι.
Υπέγραψα, γιατί ήταν φίλος μου. Γιατί είχε υπογράψει για μένα. Φτιάξατε το νόμο των «εγγυητών» και μπήκατε βίαια στις διαπροσωπικές μας σχέσεις. Ποιος σας είπε, πως μπορούσα να αρνηθώ μια υπογραφή στο φίλο μου, στον αδελφό μου, στον σύζυγο; Ποιος σας είπε πως ήμουν σε θέση εγώ -και χιλιάδες άλλοι-, να πω όχι σε κάτι που ήταν γνήσια ανθρώπινη σχέση; Δεν ήταν προϊόν ελεύθερης βούλησης η συνυπογραφή των εγγυητών. Ήταν κοινωνική υποχρέωση, που την καταστήσατε νόμο απολυταρχικό. Παίξατε με τις αξίες και τις σχέσεις μας.
Κι εσείς, κ.κ. της τράπεζας, είσασταν βέβαιοι, πως ο δανειολήπτης μπορεί να εξοφλήσει. Αλλιώς, δεν θα το δίνατε. Κάθε δάνειο είχε δύο ή τρεις αντισυμβαλλόμενους και όλοι συμφωνούσαν στο ίδιο πράγμα: Υπό τις συνθήκες εκείνες και με βάση τις προοπτικές, που ξανοίγονταν μπροστά μας, το δάνειο μπορούσε να ξοφληθεί. Το πιστεύατε και το δίνατε ή κοροϊδεύατε; Ξέρατε τι έρχεται ή πιστεύατε στην επένδυση που κάνατε και στο βέβαιο της αποπληρωμής; Σήμερα, δεν μπορεί να ξοφληθεί τίποτα, γιατί έχετε αφαιρέσει όλο το χρήμα από την αγορά. Πολιτικοί και τραπεζίτες, είστε οι κατ΄εξοχήν υπεύθυνοι για την καταστροφή.
Ο δανειολήπτης πλήρωνε επί χρόνια και κανονικά όλες τους τις υποχρεώσεις. Κάτι λίγα είχαν μείνει. Έχει πληρώσει πολύ περισσότερα από όσα δώσατε. Ως την ώρα που μπήκε στη ζωή μας η πτώση της LehmannBrothers και οι πολιτικοί που υλοποιούν ξεδιάντροπα, τις εντολές σας ξεκίνησαν να μαζεύουν ό,τι απέμεινε από χρήμα στην αγορά, για να σας σώσουν. Τώρα, ξέρουμε. Τότε, δεν ξέραμε. Υπογράφαμε, χωρίς να ξέρουμε πως πίσω από τη διακίνηση του χρήματος υπήρχε μια «μικρή» απάτη: Φτιάχνετε χρήμα από το χρέος, με την άδεια και τους νόμους των δήθεν εκπροσώπων μας.
Η οικονομία, η κοινωνία και οι ζωές μας είναι στημένες πάνω σε μιαν απάτη. Γίναμε όμηροι του χρέους, ιδιωτικού και δημόσιου, χωρίς να το ξέρουμε. Χωρίς δημοκρατική νομιμοποίηση. Ποιος έδωσε ψήφο στον κ. Σημίτη να υπογράψει την παράδοση του ευρώ στους τραπεζίτες; Σε ποια χώρα της Ευρώπης, οι πολιτικοί υπάλληλοι των τραπεζιτών, πρότειναν διαδικασία δημοψηφίσματος, για το ποιος διαχειρίζεται και τίνος πρέπει να είναι το δημόσιο εργαλεείο, που λέγεται χρήμα; Ποιος πολιτικός ή ποιο κόμμα, μέχρι σήμερα, έχει βάλει σε προτεραιότητα την αμφισβήτηση του δικαιώματος των τραπεζών να διαχειρίζονται το χρήμα; ΚΑΝΕΙΣ και ΚΑΝΕΝΑ. Γιατί;
Αντί για αυτά, σιωπή. Συνένοχη σιωπή και απόκρυψη. Για να υπογράφουμε δάνεια. Για να μη ξέρουμε ποιος και τι φταίει. Για να καθόμαστεφρόνιμοι, διαιρεμένοι και συγχισμένοι.
Η γενέθλια γιορτή συνεχίζεται.
Είναι, πράγματι, η ώρα της επανάστασης των αυτονόητων, αν υπάρχουν ακόμα τέτοια:
-Δεν χρωστάμε σε κανέναν.
-Θέλουμε το χρήμα πίσω. Τυπώστε το.
-Θέλουμε τη δημοκρατία, το κράτος, τις αγορές, την πολιτική.
-Θέλουμε τη ζωή μας, τώρα.
- Κάθε άλλη "λύση" είναι απάτη.
Τέτοια είναι τα αυτονόητα. Ή κάπως έτσι .
Αυτονόητα, όσο κι ο έρωτας, η γιορτή, ο άνθρωπος και το δικαίωμα στο παιχνίδι. Τα απειλούμενα.
Το πάρτυ δεν θα τελειώσει. Η γιορτή αρχίζει. Πάντα.
Ζητούνται συμμέτοχοι και συνένοχοι. Για μια γιορτή, που θα τελειώσει, όταν πέσει η δικτατορία των "αγορών" και των εξαγορασμένων.
Νυν υπέρ πάντων …γιορτές. Ως το τέλος τους. Ως τη νίκη των ερώτων μας και όσων αγαπάμε.
Να μη ξεχάσω, να με φοβάμαι… Θέλω να παραμείνω πιστός σε όσα είπα, έγραψα, σε όσα κι όσους αγαπώ και σε κείνα που υποσχέθηκα σε μένα. Δύσκολο.
Άσχετο ΥΓ, ανάμεσα σε τόσα άλλα άσχετα:
Σκόρπιοι στίχοι, σκόρπιες μουσικές, σκόρπια όνειρα. Τα μαζεύουμε;
Επίσης:
Ζητούνται συμμαχητές και συνοδοιπόροι. Αλλά και δικηγόροι, που να θέλουν να δοκιμάσουμε τα όρια της δικαιοσύνης και των δικαστών. Κόντρα στους "νόμους" της εκχώρησης του χρήματος και του "τραπεζικού κλασματικού αποθέματος", που ουδέποτε ψηφίσαμε.