Γιώργου Μάλφα, καθηγητή θεολόγου
Άρθρο μου (συνημμένο) στον απόηχο των ορκωμοσιών των δημοτικών/περιφερειακών συμβουλίων.
Τα όσα τραγελαφικά συνέβησαν πρόσφατα στις ορκωμοσίες των νέων δημοτικών και περιφερειακών συμβουλίων θα είναι λάθος να αφεθούν στην επιπόλαιη και ρηχή αρμοδιότητα της παραπολιτικής. Τα παρατράγουδα, οι αντεγκλήσεις και η σύγχυση που προκλήθηκαν στο πλαίσιο μιας προβλεπόμενης από το νόμο τυπικής διαδικασίας δεν αποτελούν απλώς και μόνον αντικείμενο επικαιρικού «δημοσιογραφικού» ενδιαφέροντος και υλικό τηλεοπτικής αξιοποίησης. Ο συμβολικός χαρακτήρας της ίδιας της διαδικασίας έχει προφανή πολιτική αξία και συνέπειες που όμως παραβλέπονται από τη γνωστή νεοελληνική απερισκεψία και ελαφρότητα. Είναι άλλωστε χαρακτηριστική η περιπέτεια του «συμβολικού» στο δημόσιο χώρο στη διάρκεια της μεταπολίτευσης: είτε θα απαξιώνεται επιδεικτικά εν ονόματι μιας χύδην χειραφέτησης είτε θα κακοποιείται καταχρηστικά εξαιτίας ιδιοτελών σκοπιμοτήτων.
Το αλλοπρόσαλλο θέαμα των ορκωμοσιών στην τοπική αυτοδιοίκηση αναδεικνύει με τον πλέον παραστατικό τρόπο το βάθος και το εύρος της κρίσης, σε ένα επίπεδο συμβολικό, κατ’ εξοχήν πολιτικό. Στις «τελετές» που προηγήθηκαν μπορούμε να ανιχνεύσουμε με τρόπο αισθητικά αδιάψευστο το συλλογικό κενό νοήματος και το έλλειμμα συνείδησης που προηγούνται του δημοσιονομικού κενού και των ελλειμμάτων.
Σταχυολογούμε τρεις ενδεικτικές πτυχές αυτής της τέλειας μηδενιστικής παράστασης.
Σκηνή πρώτη: η διελκυστίνδα ανάμεσα στον «θρησκευτικό» και τον «πολιτικό» όρκο, μια αναμέτρηση που κακοφορμίζει ανυπόφορα. Σε παλαιότερες εποχές, για λόγους ιστορικών εθισμών, διαχρονικής αναγνώρισης και κεκτημένης παράδοσης η πρωτοκαθεδρία του «θρησκευτικού» όρκου ήταν αναντίρρητη ενώ η άρνησή του συνιστούσε περιστασιακό (μεμονωμένο) φαινόμενο σεβαστής και θαρραλέας πολιτικής στάσης και συνέπειας. Σήμερα ο «συσχετισμός» δείχνει να αλλάζει. Πέραν του θεολογικώς αμφιλεγόμενου χαρακτήρα του, είναι φανερό ότι ο «θρησκευτικός» όρκος δεν «συμβάλλει» πλέον, δεν ενοποιεί και δεν νοηματοδοτεί ως «τύπος» καθολικής αποδοχής και ισχύος την κοινή αντίληψη της προσωπικής δέσμευσης έναντι της κοινωνίας στο πεδίο ανάληψης πολιτικών ευθυνών και καθηκόντων. Είναι προδήλως προβληματική και σκανδαλώδης η επιμονή της διοικούσας Εκκλησίας να προτάσσει το Ευαγγέλιο σε διαδικασίες στις οποίες αμφισβητείται συχνά και αυτή ακόμη η παρουσία της. Ας πάψει, επιτέλους, με δική της γενναία πρωτοβουλία αυτός ο διασυρμός που εκφυλίζει την καθολικότητα του μηνύματός της και διαστρέφει τη διακονία της μέσα στον κόσμο σε εξουσιαστική απαίτηση παρουσίας, επιβολής και καταγραφής «δυνάμεων». Το να αποποιηθεί η Εκκλησία την «ψιλή κυριότητα» των προνομίων του Καίσαρα για να πορευθεί θυσιαστικά με τον Σταυρό της και μόνον μέσα στην κοινωνία είναι μια πρόκληση πνευματικής συνέπειας και αυτοσυνειδησίας. Ας το αποτολμήσει.
Σκηνή δεύτερη: σε συνθήκες προϊούσας απαξίωσης και απονομιμοποίησης του συμβολισμού των τελετών ορκωμοσίας εμφιλοχωρεί σταδιακά η σκοπιμότητα και ο τυχοδιωκτισμός. Όχι πως το παρελθόν ήταν αθώο τέτοιου είδους μεθοδεύσεων, απλώς, σε περιόδους κρίσεων και σύγχυσης τα σύμβολα είναι τα πρώτα που εκτίθενται ανυπεράσπιστα στην εργαλειοποίηση αλλότριων -πέραν των άρρητα συμφωνημένων- επιδιώξεων. Αυτή είναι η «ιστορία» των συμβόλων: ο δυναμισμός τους ήταν και είναι συνάρτηση της «κοινής» νοοτροπίας, των κυρίαρχων κοινωνικών ευαισθησιών και ιεραρχήσεων, της αποδοχής και της καθιέρωσής τους στη συλλογική συνείδηση. Στη μεταβατική εποχή μας, όπου το παλιό ψυχομαχά και το νέο δεν έχει ακόμη γεννηθεί, η σύγχυση θολώνει τη λάμψη του «σημαίνοντος», υπονομεύει την αλήθεια του «σημαινομένου».
Αίφνης, σήμερα, πολλοί είναι αυτοί που επιλέγουν να παίξουν με τις σκιές των συμβόλων. Η ορκωμοσία γίνεται πεδίο συμβολικών διαγκωνισμών και επιδείξεων με μεθόδους απροκάλυπτα υποκριτικές και προσχηματικές. Τα παραδείγματα πολλά. Νεοναζιστές παγανιστές εγνωσμένης αντιδημοκρατικότητας και μαχητικής αντιχριστιανικότητας συνωθούνται γύρω από το Ευαγγέλιο δηλώνοντας δημοσίως πίστη σε ό,τι μέχρι πρότινος λοιδορούσαν με πράξεις, στίχους και συνθήματα απύθμενης υποστάθμης. Θα ήταν κωμικό αν δεν ήταν θλιβερά τραγικό. Από την άλλη, κάποιοι «ριζοσπάστες» εξαντλούν την επαναστατικότητά τους στην εναλλακτική επιλογή του «πολιτικού» όρκου επιδεικνύοντας σπουδή αντισυμβατικότητας αναντίστοιχη της καθεστωτικής τους βιωτής και πολιτείας. Αυτό συμβαίνει όταν εγκαταλείπεις το γήπεδο της αδυσώπητης «ταξικής πάλης» για να αντιπαρατεθείς αδαπάνητα με τη βοήθεια των διαβασμάτων σου αποκλειστικά και μόνον στην ακαδημαϊκή και ελιτίστικη «πολιτισμική» (συμβολική) διαπάλη.
Σκηνή τρίτη: είναι χαρακτηριστικής φαιδρότητας η ποικιλία των …παραλλαγών του προβλεπόμενου από το νόμο όρκου («πίστη στην πατρίδα, υπακοή στο Σύνταγμα και στους νόμους»). Στο όνομα του «λαού» και των «λαϊκών συμφερόντων», μια υπερφίαλη επαναστατική ρητορική απαλείφει και προσθέτει φράσεις κατά το δοκούν χαϊδεύοντας κομματικά ακροατήρια με μια στόχευση ακραία τυχοδιωκτική: έτσι λοιπόν, μπορείς άνετα από τη μια να παίζεις με τους όρους του πολιτικού παιχνιδιού συμμετέχοντας νομιμότατα σε «αστικού τύπου» εκλογικές διαδικασίες και κατόπιν να προσπερνάς επιδεικτικά τη ρητή δήλωση υπακοής στο Σύνταγμα και τους νόμους. Μια αλά καρτ επαναστατικότητα νεοελληνικής εφευρετικότητας, αυτόχρημα αντιφατική και ανυπόληπτη. Παλληκαρισμοί του «Βουνού» σε εύφορες αστικές κοιλάδες …
Σε μια τέτοια μηδενιστική συνθήκη τα σύμβολα ξεγυμνώνονται μπροστά μας από τα ξεθωριασμένα ρούχα τους. Οι επιτήδειοι σπεύδουν να τα ντύσουν με κουρέλια της αρεσκείας τους. Τα …σκιάχτρα όμως δεν διαθέτουν σώμα!
Σεπτέμβριος 2014
ΣΗΜΕΙΩΣΗ "Ι":
«Εγώ δε λέγω υμίν, είπε, μη ομόσαι όλως, μήτε εν τω ουρανώ, ότι θρόνος εστί του Θεού. μήτε εν τη γη, ότι υποπόδιον έστι των ποδών αυτού. μήτε εις Ιεροσόλυμα, ότι πόλις εστί του μεγάλου βασιλέως. μήτε εν τη κεφαλή σου ομόσης, ότι ου δύνασαι μίαν τρίχα λευκήν ή μέλαιναν ποιήσαι», (Ματθ. ε’ 34-36).
Όρκος του Ρήγα Φεραίου (απόσπασμα από τον Θούριο):
Ω βασιλεύ του κόσμου, ορκίζομαι σε Σε, στην γνώμην των τυράννων, να μην έλθω ποτέ.
Μήτε να τους δουλεύσω, μήτε να πλανηθώ, εις τα ταξίματά τους, για να παραδοθώ.
Εν όσω ζω στον κόσμον, ο μόνος μου σκοπός, για να τους αφανίσω, θε νάναι σταθερός.
Πιστός εις την πατρίδα, συντρίβω τον ζυγόν, αχώριστος για να ‘μαι, υπό τον στρατηγόν.
Κι αν παραβώ τον όρκον, ν’ αστράψ’ ο ουρανός, και να με κατακάψη, να γένω σαν καπνός.