Ο Καλλικράτης αποδεικνύει για μια ακόμη φορά ότι όσες μεταρρυθμίσεις και αν γίνουν, όσα και αν συνενώσουμε ως νέοι Δρες Φρανκενστάιν, οι πολιτικές παθογένειες θα μας κυνηγάνε όπως η κατάρα τον σημαδεμένο.
Πριν από αρκετά χρόνια, στο Ελεύθερο Θέατρο, ο Σταμάτης Φασουλής έλεγε μια, όπως αποδείχθηκε προφητική, ατάκα μπροστά στην έλευση του ΠΑΣΟΚ και του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού μας: Καλέ αυτό δεν είναι αλλαγή, είναι ένας μικρο-μεσαίωνας! Παίζοντας με τις λεκτικές και κοινωνικές συμμαχίες που μας έφεραν ως εδώ. Ούτε ο ίδιος θα μπορούσε να φανταστεί πόσο προφητικό αποδείχθηκε.
Φιλόδοξοι ή και απλώς μωρο-φιλόδοξοι Υποψήφιοι Δήμαρχοι, περιμένουν υπομονετικά γονυπετείς να τους ακουμπήσει ο Άρχοντας του Κόμματος με το ιερό σπαθί του και να τους δώσει το χρίσμα του υποψήφιου ιππότη στην μάχη της κάλπης. Εν αναμονή, γύρω από αυτούς, συννωθούνται οι διάφοροι βασσάλοι και άλλοι απλοί πολεμιστές, έτοιμοι να προσκολληθούν στο φουσάτο τους. Μερικοί από αυτούς, γνώριμοι από παλιές εκστρατείες, με φθαρμένες στολές και ξεθωριασμένες ασπίδες παλιών ιδεολογικών χρωματισμών, φορτωμένοι με παράσημα και πληγές από τις μάχες που έχουν δώσει τα τελευταία 30(!) χρόνια, με κουρασμένους καβάλους από την ίππευση, για τόσα χρόνια, στο άλογο της εξουσίας, επιμένουν και γυαλίζουν στολές και ξίφη για την «Νέα Ιερουσαλήμ», έτοιμοι να ξεκινήσουν και πάλι, αρκεί ο ηγέτης, ως νέος Πέτρος ο Ερημίτης, να διατάξει να ηχήσουν οι σάλπιγγες!
Πιο πέρα, σε άλλο δουκάτο ή βαρωνεία, βάλτε ότι θέλετε, συνενώνονται γρήγορα, υπό άλλον αρχηγό, πρώην εχθροί έως θανάτου, για την νέα έφοδο προς το γλυκό κορμί της τοπικής εξουσίας, που μάλιστα αφράτεψε και άλλο, απέκτησε πιο γοητευτικά στήθη, καμπύλες πολλά υποσχόμενες σε αυτά τα χρόνια της δυστοκίας. Εμπρός λοιπόν, μπορούμε δεν μπορούμε, αλλά ποιος νοιάζεται για αυτό, ας εφορμήσουμε «ενωμένοι», και ας είναι ο αρχηγός όπως είναι, και ας μην έκανε και τίποτα το ιδιαίτερο στις προηγούμενες εκστρατείες του, τότε που τον στείλαμε να μας αντιπροσωπεύσει στην σύνοδο των ιπποτών και άλλων αρχόντων, στην μακρινή πόλη.
Πέρα, μέσα στο μισοκαμμένο δάσος, μικρές ομάδες μονίμως αντιφρονούντων φτωχοπολεμιστών, προσπαθούν να συνεννοηθούν, αλλά δεν μπορούν γιατί δεν θέλουν να μιλήσουν την κοινή γλώσσα. Προτιμούν τις διαλέκτους, ως ετεροχρονισμένες φυλές, ενώ στον κάμπο κινείται το θηρίο της παγκόσμιας κυριαρχίας, της νέας μοναρχίας. Έτσι, μικρές ομάδες, χωρίς οπλισμό και σχέδιο, προσπαθούν να κάνουν, για άλλη μια φορά ένα γιουρούσι, να κρυφτούν πίσω από κανένα θάμνο και να απειλήσουν κάποια άμαξα, εν πάσει περιπτώσει, αν μη τι άλλο να καταμετρηθούν και να καταγραφούν και αυτοί. Που ξέρεις, μπορεί και κάποιος ηγεμόνας, την δεύτερη Κυριακή της μάχης στον μεγάλο Κάμπο της Κάλπης, να κλείσει σε κάποιον από αυτούς με νόημα το μάτι και να τον ανεβάσει στην άμαξα της Καλλικρατικής Εξουσίας.
Και βέβαια ποιος νοιάζεται για το αν δύναται ο αρχηγός, και που θέλει να πάει το καράβι, αν αντέχει στο νέο τοννάζ, αν έχει κάποιο ρεαλιστικό σχέδιο; Έτσι κι αλλιώς, θα φτιάξουμε φιρμάνια-προγραμματικά πάτσγουωρκς που θα έχουν ότι λείπει από την μίζερη ζωή μας και πάνω από όλα μπόλικη ανάπτυξη. Που θα την βρούμε; Μα το ξέρουμε πως όλα είναι λόγια του αέρα που θα τα παρασύρει ο άνεμος την επόμενη της Μεγάλης Μάχης.
«Σήκω ψυχή μου δώσε ρεύμα, βάλε στα ρούχα σου φωτιά, να τιναχτεί σαν μαύρο πνεύμα η τρομερή μας η λαλιά»: Α ρε Διονύση, έγινες και συ κάτι σαν καλός Αη Βασίλης, τα ρούχα μας γίνανε στρινγκ, και κάποιος έκλεψε την πρίζα ή το χειρότερο μάλλον έχει πάρει την ασφάλεια…