H ρίζα της λέξης κόμμα βρίσκεται στην αγγλική παράδοση και δεν μεταφυτεύεται. Ενάμιση αιώνα πείρα το καταδείχνει. Υπάρχει στα αγγλοσαξονικά κόμματα ένα στοιχείο παιχνιδιού, μια αθλοπαιδιά, που δεν μπορεί να προκύψει παρά από έναν θεσμό αριστοκρατικής προέλευσης. Απεναντίας, όλα είναι σοβαρά σε ένα θεσμό προερχόμενο από πληβείους.
Η ιδέα του κόμματος δεν εισέρχεται στη γαλλική πολιτική θεώρηση του 1789, παρά σαν ένα κακό προς αποφυγή. Υπήρχε η λέσχη των Γιακωβίνων. Στην αρχή ήταν μονάχα τόπος ελεύθερης συζήτησης. Ούτε υπήρξε κανένας τυχαίος μηχανισμός που τον μεταμόρφωσε: αποκλειστικά η πίεση του πολέμου και της γκιλοτίνας τον μετέτρεψαν σε ολοκληρωτικό κόμμα. Οι αγώνες των φατριών υπό την τρομοκρατία κατευθύνονταν από την σκέψη που τόσο καλά διαπίστωσε ο Τόμσκι*: "Ένα κόμμα στην εξουσία και όλα τα άλλα στη φυλακή».
Έτσι στην ευρωπαϊκή ήπειρο ο ολοκληρωτισμός είναι το προπατορικό αμάρτημα των κομμάτων.
Από τη μια η Τρομοκρατία ( της αστικής τάξης), από την άλλη η επίδραση του αγγλικού παραδείγματος , εγκατέστησαν τα κόμματα στη δημόσια ζωή της Ευρώπης.
Το γεγονός ότι υπάρχουν, δεν είναι λόγος να τα συντηρούμε.!!!
Μονάχα το αγαθό αποτελεί νόμιμο λόγο συντήρησης. Το κακό των πολιτικών κομμάτων βγάζει μάτι.
Η δημοκρατία, η εξουσία της πλειοψηφίας, δεν συνιστούν αγαθά. Πρόκειται για μέσα που σκοπεύουν στο αγαθό, που δίκαια ή άδικα θεωρούνται αποτελεσματικά.
…………………………………
• Μιχαήλ Παύλοβιτς Τόμσκι επιφανής Μπολσεβίκος . Τη δεκαετία του ΄20 ηγείται της μετριοπαθούς πτέρυγας του ΚΚ και το ΄22 εκλέγεται στην ΚΕ του ΚΚΣΕ και στο Πολιτικό Γραφείο. Το 1928 ο Στάλιν κινήθηκε και εναντίον του, τον Μάιο του 1929 τον αναγκάζει να παραιτηθεί & από την ηγεσία του συνδικαλιστικού κινήματος. Αυτοκτονεί το 1936 όταν μαθαίνει ότι η περιβόητη NKVD προτίθεται να τον συλλάβει.
(Εικόνα Δον ΨΥΧΩΤΗΣ)
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΙΜΟΝΗΣ ΒΕΪΛ
Γεννήθηκε τὸ 1909 σὲ ἑβραϊκὴ οἰκογένεια ἀγνωστικιστῶν. Ἀδελφός της ὁ σπουδαῖος μαθηματικὸς André Weil (πέθανε τὸ 1998). Σπουδάζει φιλοσοφία μὲ καθηγητὴ τὸν Ἀλαὶν καὶ ἐξαιρετικὲς ἐπιδόσεις. Μὲ τὴν προτροπὴ ἐκείνου καὶ μὲ ἄλλους μαζὶ συμφοιτητὲς προσπαθοῦν νὰ διδάξουν λογοτεχνία καὶ γενικὲς γνώσεις σὲ βιομηχανικοὺς ἐργάτες. Μετὰ τὴν École Normale Superieure διδάσκει σὲ διάφορα λύκεια. Ἀπὸ νωρὶς ἀποδείχνεται ἄνθρωπος δοσμένος μὲ πάθος στὴν ἀναζήτηση τῆς ἀλήθειας καὶ στὴ βίωσή της. Τὸ πάθος αὐτὸ τὴν φέρνει σὲ ἐπαφὴ μὲ τὸν ἐργατόκοσμο στὴν περιοχὴ τοῦ Puy ὅπου διορίζεται. Ἡ στάση της, νὰ ἐκδηλωθεῖ ἀλληλέγγυα στὶς ἀπεργιακὲς κινητοποιήσεις ἐναντίον τῆς ἀνεργίας καὶ τῆς μείωσης τῶν ἡμερομισθίων, χαρακτηρίζεται σκανδαλώδης. Παρὰ τὴ σχέση της μὲ τὸν κομμουνιστικὸ χῶρο τὴν χαρακτηρίζει ἔντονος ἀντισταλινισμός. Τὸ 1932 ταξιδεύει στὴ Γερμανία. Λίγο μετὰ τὴν ἐπιστροφή της ἐγκαταλείπει προσωρινὰ τὴ σταδιοδρομία της καὶ πιάνει δουλειὰ σὲ ἐργοστάσιο. Ἡ ἐμπειρία της αὐτὴ καταγράφεται στὸ Journal de l’usine (Ἡμερολόγιο ἐργοστασίου). Προωθεῖ μὲ γραπτά της πνεῦμα εἰρήνευσης ἀνάμεσα στὰ εὐρωπαϊκὰ ἔθνη. Γιὰ λίγο παίρνει μέρος στὸν ἱσπανικὸ ἐμφύλιο. Ἡ ἐμπειρία της αὐτὴ τὴν κάνει νὰ γράψει στὸν Bernanos: «Φεύγει κανεὶς ἐθελοντὴς μὲ τὴν ἰδέα τῆς θυσίας καὶ πέφτει σ’ ἕνα πόλεμο ποὺ μοιάζει πόλεμος μισθοφόρων, μὲ πλῆθος ὠμότητες καὶ τὴν ἔννοια τοῦ σεβασμοῦ ἀπέναντι στὸν ἐχθρὸ μειωμένη». Τὸ 1937 συνεργάζεται στὸ πολιτικοοικονομικὸ περιοδικὸ Nouveaux Cahiers ὑποστηρίζοντας μιὰ γαλλογερμανικὴ οἰκονομικὴ συνεργασία. Τὴν περίοδο ἐκείνη τὸ πάθος της γιὰ τὴν ἀλήθεια τὴν στρέφει στὸν χριστιανισμὸ καὶ φτάνει νὰ μιλήσει γιὰ «μυστικὴ ἐμπειρία». Ἡ ἐπίσκεψή της στὴν Ἀσσίζη ἔπαιξε τὸ ρόλο της, καθὼς καὶ οἱ ἀκολουθίες στὸ ἀββαεῖο τοῦ Solesmes μεγαλοβδόμαδο τοῦ 1938. Ἡ σχέση της μὲ τὴν χριστιανικὴ πίστη καὶ τὴν πνευματικὴ ζωὴ ἀποκαλύπτεται πιὸ πολὺ μετὰ τὸ θάνατό της, χάρη σὲ κείμενα ποὺ εἶχε παραδώσει στὸν δομινικανὸ ἱερωμένο J.-M. Perrin. Ἡ σπουδή της στοὺς ἀρχαίους καὶ προπαντὸς στὴν Ἰλιάδα, τοὺς τραγικοὺς καὶ τὸν Πλάτωνα καταγράφεται στὰ βιβλία της: La Source grecque (1953) καὶ Intuitions pre-chrétiennes (προσεχὴς ἔκδοση στὸν Ἁρμό). Στὸ πρῶτο περιλαμβάνεται καὶ τὸ κείμενο Iliade, ou le poème de la force (Ἰλιάδα, τὸ ποίημα τῆς δύναμης, μτφρ. Φέλκερ-Καμαρινέα, ἐκδ. Βιβλιοφιλία, 1984). Ἡ ἀγωνιστικότητά της, ἡ διανοητική της ὑπερδραστηριότητα, ὁ ἀσκητισμός της, ἡ προσπάθειά της νὰ μοιράζεται τὸν πόνο τῶν ἄλλων, ἡ ἀνύσταχτη μέριμνά της νὰ ἑνώσει τὴ γνώση (ἐπιστημονικὴ ἢ φιλοσοφικὴ) μὲ τὴν κάθαρση τῶν παθῶν καὶ τὴν πίστη, καθὼς καὶ οἱ μόνιμες ἡμικρανίες ποὺ τὴν βασάνιζαν ἤδη ἀπὸ τὸ 1931, τὴν κατέβαλαν. Προσβάλλεται ἀπὸ φυματίωση καὶ πεθαίνει στὸ Σανατόριο τοῦ Ashford τὸν Αὔγουστο τοῦ ’43 σὲ ἡλικία τριαντατεσσάρων ἐτῶν.