του Γεράσιμου Αντζουλάτου
Σε πρόσφατο άρθρο στους FinancialTimesο καθηγητής JohnGuigginτου Παν/μίου του Queensland της Αυστραλίας υποστήριξε, με την βοήθεια σχετικών υπολογισμών, ότι οι πολιτικές της αυστηρής λιτότητας που εφαρμόζονται σήμερα σε πολλά σημεία του κόσμου και ιδιαίτερα στην Ευρώπη είναι ατελέσφορες και, το χειρότερο, στηρίζονται σε νεκρές πλέον ιδέες και επιστημονικές υποθέσεις που έχουν πεθάνει αλλά επιμένουν να κυκλοφορούν ανάμεσά μας σαν ζόμπυ που έχουν βγει από τους τάφους. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν οι γνωστοί οικονομολόγοι που μας βομβαρδίζουν με αναλύσεις περί των μελλοντικών αγαθών πολιτικών σκληρής λιτότητας αλλά και οι διάφοροι μεγαλο-σχολιαστές των ΜΜΕ που ενεργούν με τον ίδιο τρόπο.
Υποστηρίζει λοιπόν ότι σε περιόδους όπως αυτή που διανύουμε, οι πολιτικές της περιόδου της «μεγάλης εξομάλυνσης» στην οποία είμαστε, υποτίθεται, από τα μέσα της δεκαετίας του 80(σχετική οικονομική αύξηση, σταθερότητα παραγωγής και ανεργίας) έχουν, οριστικά, καταρρεύσει. Έτσι, οι κυρίαρχοι οικονομολόγοι και λοιποί διαμορφωτές κοινής γνώμης, οπαδοί ακραιφνείς των πολιτικών λιτότητας, αντί να προτείνουν συνεκτικά επιχειρήματα για την αντιμετώπιση της κατάστασης, ανασύρουν το επιχείρημα της «ανωτέρας βίας» και εκτιμούν ότι η χρηματοοικονομική κρίση δεν αποτελεί παρά ένα απλό ατύχημα.
Αντί λοιπόν να εισάγεται, ως άμεση προτεραιότητα, η αυστηρή λιτότητα για την εξισορρόπηση των δημόσιων οικονομικών και την μείωση του χρέους, θα ήταν προτιμότερο να προχωρήσουμε σε μια πολιτική δομικού χαρακτήρα για την βελτίωση των δημόσιων οικονομικών σε άλλο βάθος ορίζοντα και με άλλα εργαλεία.
Είναι δυνατόν να συγκρίνουμε την ανάταξη των δημόσιων οικονομικών με την βοήθεια της σημερινής αξίας. Αυτή ανακλά το ύψος του χρέους με δεδομένο επιτόκιο του οποίου η εξυπηρέτηση μπορεί να γίνει με μια ροή εισοδημάτων(των φόρων). Έτσι, με επιτόκιο 5%, 1 δις δολάρια ετησίων εσόδων επιτρέπουν την σταδιακή αποπληρωμή χρέους 20 δις δολ. Ακολουθώντας την ίδια λογική, μια μόνιμη μείωση του ελλείμματος του προϋπολογισμού που αντιστοιχεί στο 0,5% του ΑΕΠ έχει την ίδια σημερινή αξία με μια δραστική ετήσια μείωση των δημοσίων δαπανών κατά 10% του ΑΕΠ! Η διαφορά είναι ακόμη μεγαλύτερη αν συνυπολογιστούν οι επιπλέον αρνητικές επιπτώσεις που έχουν οι δραστικές μειώσεις του προϋπολογισμού (πτώση οικογενειακού εισοδήματος, επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας, ύφεση).
Για χώρες με οικονομία σε συμπίεση, των οποίων όμως το δημόσιο χρέος είναι διαχειρίσιμο με σχετικά λογικά επιτόκια δανεισμού, πολιτικές αυστηρής λιτότητας δεν έχουν καν νόημα. Θα είχε ίσως αποτέλεσμα σε σπάνιες περιπτώσεις με μεγάλη διαφορά ανάμεσα σε δυνατότητα αποπληρωμής και κίνδυνο χρεοκοπίας: ακόμα και εδώ οι περικοπές στις δημόσιες δαπάνες θα πρέπει να είναι περιορισμένες για να επιτρέψουν διόρθωση. Η προφανής αδυναμία των πολιτικών αυστηρής λιτότητας να επαναφέρουν την εμπιστοσύνη των αγορών -δηλαδή αυτό για το οποίο υποτίθεται ότι εφαρμόζονται- καταδεικνύει την προφανή λογική του επιχειρήματος. Τα ασφάλιστρα κινδύνου που επιβάλλονται στα βαριά χρεωμένα κράτη που εκδίδουν νέους τίτλους δανεισμού θα παραμείνουν υψηλά όσο οι πολιτικές λιτότητας θα παραμένουν ισχυρές. Οι πολιτικές αυτές και οι ιδέες-ζόμπυ που τις εμπνέουν είναι καταδικασμένες σε αποτυχία και κανείς δεν ξέρει, για την ώρα, τι θα τις αντικαταστήσει.