Να μην ανήκεις «πουθενά», αυτό είναι σοβαρό.
… ναι ήταν προφανές ότι αυτό ήταν. Τα ηφαίστεια εκτινάσσουν πέτρες και οι επαναστάσεις ανθρώπους. Με τον τρόπο αυτό οικογένειες στάλθηκαν σε μεγάλες αποστάσεις, οι μοίρες των ανθρώπων εκτοπίστηκαν, ομάδες διαχύθηκαν και έγιναν ψίχουλα σπαρμένα εδώ και κει. Άνθρωποι που πέφτουν από τα σύννεφα, αυτοί εδώ στην Γερμανία, τούτοι οι άλλοι στην Αμερική. Εκπλήσσουν, με την ξαφνική τους παρουσία, τους αυτόχθονες. Από πού έρχονται αυτοί οι άγνωστοι; Είναι αυτός ο βεζούβιος, εκεί κάτω, που τους έφτυσε και ακόμα καπνίζει. Δίνουμε ονόματα σε αυτούς τους αερόλιθους, σε αυτά τα άτομα που έχουν απελαθεί και έχουν χαθεί, σε αυτούς που έχουν αποκλειστεί από την τύχη: τους ονομάζουμε μετανάστες, εξόριστους, τυχοδιώκτες. Αν μείνουν, τους ανεχόμαστε, αν φύγουν είμαστε ευχαριστημένοι.
Μερικές φορές πρόκειται για υπάρξεις εντελώς ακίνδυνες, κατά κύριο λόγο οι γυναίκες, ξένες τουλάχιστον με τα γεγονότα που τις κυνήγησαν, χωρίς μίσος η θυμό, που έγιναν εκτοξευμένα βλήματα χωρίς να το θέλουν, με πολλή έκπληξη. Ξαναβγάζουν ρίζες όπως μπορούν. Δεν έκαναν τίποτα σε κανέναν και δεν καταλαβαίνουν αυτό που τους έτυχε. Έχω δει μια τούφα χόρτου να τινάζεται στον αέρα από μια έκρηξη νάρκης. Η γαλλική επανάσταση, πιο πολύ από κάθε άλλη έκρηξη, έστειλε πολύ μακριά τέτοια διάπυρα αέρια…
Τα παραπάνω γράφονται το 1864, από τον Βίκτωρα Ουγκώ στο έργο του Οι εργάτες της θάλασσας. Σε μια Ευρώπη με επαναστάσεις, πολέμους και ανατροπές, που γεννούσαν διαρκώς κυνηγημένους, αυτές τις «εκτινασσόμενες τούφες χόρτου που συνηθίζουμε να αποκαλούμε μετανάστες, εξόριστους, τυχοδιώκτες». Τότε, αυτοί οι αερόλιθοι, ήταν Γάλλοι ή Γερμανοί ή κάποιοι άλλοι που σήμερα πια τους θεωρούμε ευρωπαίους συμπολίτες μας…
Πριν από αρκετά χρόνια, πριν τα θέματα τα σχετικά με τους μετανάστες γίνουν κυρίαρχο θέμα της επικαιρότητας, ένα φίλος που έχει περάσει, ανεπίστρεπτα, «απέναντι», μου διηγήθηκε την ιστορία της συμμορίας της μαύρης κάλτσας.
Στην Ν. Υόρκη του μεταπόλεμου μια συμμορία, φορώντας στο πρόσωπο μαύρες κάλτσες, λήστευαν γέροντες που ζούσαν μόνοι σε διαμερίσματα. Αφού τους έδεναν, τους λήστευαν και αφού τους ξυλοφόρτωναν, έφευγαν. Στην αρχή το θέμα περνούσε στα ψιλά της ειδησεογραφίας σε μια κοινωνία εξοικειωμένη με την βία, όπως είναι η Αμερικανική. Όμως, το πράγμα πήρε άλλες διαστάσεις από την στιγμή που ο ξυλοδαρμός των δυστυχών γερόντων αγρίεψε και μερικοί από αυτούς πέθαιναν. Η ανησυχία στην αρχή και η οργή στην συνέχεια διογκώθηκαν και έγιναν κατακραυγή. Κάποια στιγμή η συμμορία έγινε τσακωτή και αφού φύγανε οι κάλτσες από τα πρόσωπά τους διαπιστώθηκε ότι επρόκειτο για «άξια» τέκνα της ελληνικής γης που μεγαλουργούσαν με τον δικό τους τρόπο στην Εσπερία. Μάλιστα, η οργή ήταν τέτοια που στους Τimesτης Ν. Υόρκης εμφανίστηκε ένα δηλητηριώδες άρθρο που, όπως γίνεται σε παρόμοιες περιπτώσεις, υποκύπτοντας στις εύκολες γενικεύσεις και αφορισμούς, έπαιρνε αμπάριζα τους Έλληνες μετανάστες, «αυτούς τους κοντούς, τριχωτούς, μελαμψούς, χαμηλόκωλους» όπως έλεγε…
Πριν από λίγα χρόνια, δεν θα ξεχάσω έναν πρόεδρο της Ελληνοαμερικανικής Ένωσης που, με την ευκαιρία παρουσίασης του βιβλίου ενός πράγματι λαμπρού τέκνου της διασποράς, θυμήθηκε, και μας διηγήθηκε, την ιδιαίτερη συγκίνηση που ένοιωσε όταν διέσχισε την κεντρική πλατεία του ΝewJerseyγια να αναλάβει αντιδήμαρχος της πόλης, αυτός ο Έλληνας μετανάστης.
Αλλά γιατί αυτή η ιδιαίτερη συγκίνηση; Όχι γιατί θα ανελάμβανε το υψηλό αξίωμα αλλά γιατί θυμήθηκε ότι σε αυτή την ίδια την πλατεία, όχι πολλά χρόνια πιο πριν, οι συμπατριώτες μας, τα παλικάρια μας όπως έλεγε, έδωσαν μάχη σώμα με σώμα με τους Ιρλανδούς που, να υποθέσουμε, διεκδικούσαν τον έλεγχο κάποιας περιοχής, μπροστά στα έκπληκτα μάτια των λοιπών κατοίκων. Συγκινήθηκε ενθυμούμενος την ανδρεία των δικών μας που στο τέλος μιας αιματηρής μέρας κατατρόπωσαν τους άλλους (επίσης μετανάστες) μέσα στο κέντρο της πόλης…
Ας φανταστούμε την εικόνα και ας κάνουμε ένα παιχνίδι ρόλων. Ας σκύψουμε να ακούσουμε τον απόηχο των μακρινών εκρήξεων. Ας σκεφτούμε, τι δεν θα είχε γίνει γύρω μας χωρίς αυτούς τους αερόλιθους που είναι διάπυροι και συχνά, είναι αλήθεια, καίνε τα χέρια μας. Και ας μην ξεχνάμε ότι τα «παλικάρια μας», κάποια από τα «δικά μας» παιδιά, κάποτε, στην μακρινή Εσπερία, δεν ήταν και από τα πιο ήσυχα παιδιά. Μετά ακολούθησαν οι Πορτορικάνοι.
Χτίζουμε φράχτες για εκτινασσόμενους αερόλιθους. Όπως μάλιστα έλεγε ο Αντόνιο Γκουτέρες, Ύπατος Αρμοστής του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες, «όταν τους κλείνετε την πόρτα, θα υπάρχει πάντα κάποιος που θα ανοίξει το παράθυρο. Αν τους κλείσετε το παράθυρο, κάποιος θα σκάψει ένα τούνελ». Δεν μπορώ να αποφύγω τον πειρασμό και να κάνω έωλες αναδρομές στο μόνο ανθρώπινο έργο που είναι ορατό από το διάστημα: το Σινικό Τείχος. Χτίστηκε για να προστατέψει τους Κινέζους από τις επιδρομές των Μογγόλων που εν τέλει υπήρξαν και οι τελευταίοι τους αυτοκράτορες…
Γεράσιμος Αντζουλάτος