Share |

“Τυφλοί Αγώνες”;

Βαγγέλης Χριστοδούλου

Μπορεί ο καθένας να παρατηρήσει πως σε καιρούς που ταράσσονται από μεγάλες αλλαγές, ακόμα και τα πιο μοντέρνα πνεύματα δύσκολα απαλλάσσονται από αντιλήψεις του παρελθόντος. Αντιλήψεις που τις περισσότερες φορές, έχουν χάσει την αξία και τη σημασία που είχαν κάποτε, και ενώ θα έπρεπε να απορριφθούν ως λανθασμένες παραμένουν ακόμα, καθολικά σχεδόν, αποδεκτές. Τέτοιου είδους αντιλήψεις αποτελούν το βασικό κομμάτι συγκεκριμένων μορφών δράσης, όπως η απεργία, η διαδήλωση ή τα λεγόμενα «κοινωνικά κινήματα», όπως αυτό που λαμβάνει χώρα αυτές τις μέρες σε ολόκληρη την Ελλάδα.

Πρέπει από την αρχή να ξεκαθαρίσω πως δεν είμαι ενάντια στην απεργία, ούτε στην διαδήλωση και φυσικά ούτε στο συγκεκριμένο κίνημα, αφού άλλωστε συμμετέχω. Θεωρώ όμως πως στην πραγματικότητα, τώρα πια ο τρόπος με τον οποίο γίνονται καθώς και τα αιτήματα που προβάλουν είναι, νομίζω, λανθασμένα. Στις λίγες λέξεις που ακολουθούν θα προσπαθήσω να εξηγήσω καλύτερα το συλλογισμό μου.

        Το πλήθος ήταν μεγάλο προχθές στους δρόμους της Αθήνας, μέρα γενικής απεργίας. Αλλά τα πρόσωπα ήταν σκυθρωπά. Περίσσευε η απογοήτευση, σχεδόν απόγνωση· αυτή έδινε τον τόνο, και όχι η οργή. Και κυριαρχούσαν συντριπτικά άνθρωποι ώριμοι, μεσήλικοι και μεγαλύτεροι, άνθρωποι της εργασίας, κάτω από πανό επαγγελματικών ενώσεων και συχνά με στολές εργασίας. Κάθε ομάδα έχει τα δικά της προβλήματα, δικά της αιτήματα, βιώνει το δικό της βάσανο· οι διαμαρτυρίες τους ακούγονταν παράλληλες, αποσπασμένες η μία από την άλλη, και ως εκ τούτου ελάχιστα δραστικές. Μένουν διαμαρτυρίες, κλαδικές, επαγγελματικές, οικονομικές· εκφράζεται ο φόβος της καταστροφής, εκφράζεται η απελπισία, αλλά αυτά δεν μετασχηματίζονται σε πολιτικό αίτημα, σε πολιτικό λόγο. Εξ ου και η διάχυτη αμηχανία. Ο κόσμος της εργασίας εξακολουθεί να κατεβαίνει στο δρόμο, προσπαθώντας να υπερασπιστεί τα παλιά αυτονόητα. Αλλά η ογκούμενη απόγνωση, στα όρια υπαρξιακού αδιεξόδου, αδυνατεί να λάβει πολιτική μορφή.

Το παραπάνω κείμενο γράφτηκε από κάποιον που ήταν και αυτός σε κάποια πορεία. Θα μείνω στην τελευταία φράση περί μη ύπαρξης πολιτικής μορφής στις κινητοποιήσεις αφού αυτό ακριβώς υπάρχει και σήμερα στην κινητοποίηση των «αγανακτισμένων».

Γιατί οι άνθρωποι ενώ έχουν υποστεί τόσα από την συγκεκριμένη, και όχι μόνο, κυβέρνηση δεν εξεγείρονται; Γράφω “δεν εξεγείρονται” αφού η εξέγερση είναι μία πολιτική πράξη, ή αλλιώς μία πολιτική μορφή.

Οι αιτίες μιας τέτοιας απάθειας, γιατί περί απάθειας πρόκειται, είναι πάρα πολλές. Για να ακριβολογώ , μιλάω για πολιτική απάθεια απέναντι στο υπάρχον πολιτικό σύστημα , και όχι μία απάθεια γενική για οτιδήποτε συμβαίνει γύρω μας. Η σημαντικότερη αιτία , κατά τη γνώμη μου, δεν είναι άλλη από την «μη ύπαρξη νοήματος». Λέγοντας «νόημα», δεν εννοώ την απλή επίτευξη ενός στόχου, είτε αυτός είναι η πρόοδος ή η παραγωγή, ή η ανάπτυξη. Νόημα σημαίνει την “άλλη” κοινωνία που δυστυχώς φαίνεται πως δεν μπορούμε να φανταστούμε. Το κατεξοχήν πολιτικό ζήτημα της εποχής πρέπει να είναι το νόημα της ζωής για τον καθένα.  Πρέπει να σκεφθούμε κάποια στιγμή να αλλάξουμε την προκαθορισμένη πορεία μας. Μία πορεία που έχει σταθερές και επαναλαμβανόμενες στάσεις μέχρι βαρεμάρας, για τον καθένα μας. Κοινωνικοποίηση-εκπαίδευση σε ένα συγκεκριμένο περιβάλλον με έναν και μοναδικό στόχο: την αναπαραγωγή αυτής της κοινωνίας και των αξιών της. Εργασία με στόχο την κοινωνική αίγλη ή την απλή εξασφάλιση των προς το ζην. Δημιουργία οικογένειας , τις περισσότερες φορές λόγο αδράνειας , ή της πίεσης που ασκεί το περιβάλλον , με κύριο στόχο την αναπαραγωγή. Αναπαραγωγή που έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία του δικού μου παιδιού και όχι τη διαπαιδαγώγησή του. Τέλος, ο παροπλισμός των ανθρώπων που δεν έμαθαν τίποτε άλλο στη ζωή τους πέρα από το να εργάζονται, και αυτό το αναφέρω φυσικά χωρίς κανένα ίχνος απαξίωσης ή ειρωνείας απέναντι σε αυτούς τους ανθρώπους. Έτσι το σύνθημα του Μάη ’68 είναι περισσότερο επίκαιρο από ποτέ :«Οι άνθρωποι για να κερδίσουν τη ζωή τους τελικά τη χάνουν».

Το σημαντικότερο όμως κομμάτι της κοινωνίας στο οποίο πρέπει να δώσουμε νόημα είναι η ίδια η πολιτική. Η πολιτική , ακόμα και αν μας φαίνεται αδιανόητο, εμπεριέχει όλες τις παραπάνω πτυχές της ζωής μας. Ποιο είναι το νόημα που πρέπει να έχει η πολιτική; Η απάντηση είναι απλή και ξεκάθαρη: η ελευθερία. Σήμερα η απάντηση αυτή δεν είναι καθόλου εύλογη, αλλά ούτε και αυταπόδεικτη. Έχουμε φτάσει στο σημείο να μην συμβαδίζουν πλέον πολιτική και ελευθερία, πολύ δε περισσότερο, πολιτική και ζωή. Μας φαίνεται ίσως υπερβολικό το δεύτερο κομμάτι της πρότασης , αλλά αν αναλογιστούμε τις τόσες καταστροφές που έχει επιφέρει η πολιτική , όπως την γνωρίζουμε , στην ανθρωπότητα, τότε θα συμφωνήσουμε πιστεύω. Αφού εμείς οι ίδιοι, ως «πολίτες», δεν μπορούμε να καθορίσουμε το νόημα της πολιτικής, είναι πολύ φυσικό η άσκηση πολιτικής από τους κατέχοντες την εξουσία , να μην μας προκαλεί καμία αρνητική εντύπωση και να την θεωρούμε ως δεδομένη, αφού δεν γνωρίζουμε άλλη. Π.χ. , θεωρούμε απόλυτα φυσιολογικό το να υπάρχει άμεσος διαχωρισμός μεταξύ πολιτικής και εξουσίας με την δεύτερη να ασκείται κατά κόρον από τις περίφημες «αγορές». Η κλασσική απάντησή μας είναι το «έτσι έχουν τα πράγματα , έτσι είναι τόσα χρόνια τώρα , εμείς θα το αλλάξουμε;» Συγχέουμε την υποταγή των πολιτικών στις εντολές των εργοδοτών τους, (μεγάλες πολυεθνικές , διεθνή κέντρα εξουσίας κλπ), με την ανικανότητα και την έλλειψη πολιτικής βούλησης. Κάνουμε τεράστιο λάθος. Οι άνθρωποι αυτοί που υποτίθεται πως μας αντιπροσωπεύουν, δεν είναι καθόλου ανίκανοι, το αντίθετο μάλιστα. Απλώς η υποτιθέμενη ανικανότητά τους, μας περνά το απόρρητο μήνυμα της δικής μας  υποτιθέμενης ανικανότητας. Αν αυτοί που είναι σπουδαγμένοι και ειδικοί στο να διαχειρίζονται τέτοιες υποθέσεις δεν τα καταφέρνουν, πως θα τα καταφέρουμε εμείς, «οι αγράμματοι;» Εμείς, που δεν είμαστε «ειδικοί».

Το ερώτημα συνεπώς που τίθεται ευθέως, είναι το αν η πολιτική θα πρέπει να είναι επάγγελμα για λίγους και ειδικούς, ή θα πρέπει να είναι μία ατέρμονη διαδικασία ρητής αμφισβήτησης και επανακαθορισμού των θεσμών της κοινωνίας, με τη συμμετοχή όλων; Η απάντηση βρίσκεται κατά την άποψή μου στο δεύτερο μέρος της παραπάνω ερώτησης .

        Εφεξής , η πολιτική είναι ο αγώνας για τον μετασχηματισμό της σχέσης της κοινωνίας με τους θεσμούς της , για την εγκαθίδρυση μιας κατάστασης πραγμάτων στην οποία ο κοινωνικός άνθρωπος μπορεί και θέλει να θεωρεί τους θεσμούς που ρυθμίζουν τη ζωή του ως δικές του συλλογικές δημιουργίες και άρα μπορεί και θέλει να τους μετασχηματίζει όποτε θεωρεί ότι αυτό είναι αναγκαίο ή επιθυμητό.

(Κορνήλιος Καστοριάδης , Η γραφειοκρατική κοινωνία 1, ύψιλον-βιβλία , Αθήνα 1985, σελ. 59. Το κείμενο φέρει τη χρονολογία Οκτώβριος-Νοέμβριος 1972)

Η δημιουργία συλλογικών πρακτικών από τους ανθρώπους το τελευταίο διάστημα πρέπει να έχει ως στόχο τον μετασχηματισμό της «συλλογικής πρακτικής» σε «κίνημα». Η λέξη «κίνημα» υποδηλώνει πως αυτό που γίνεται είναι κάτι το διαφορετικό, το καινούργιο , κάτι που δεν έχει υπάρξει ξανά. Τα μέχρι τώρα υπάρχοντα «κινήματα» , δεν απορρίπτουν συνολικά τους θεσμούς, άρα την συνολική θέσμιση της κοινωνίας, αλλά προσπαθούν να βελτιώσουν τη θέση των ενδιαφερομένων μέσα στους υπάρχοντες θεσμούς, βοηθώντας ουσιαστικά στην διατήρηση ή στην αναπαραγωγή της κοινωνίας που οι ίδιοι πολεμάνε. Η προσπάθειά τους, μετατρέπεται σε «τυφλό αγώνα», αφού όπου και γυρίσουν το κεφάλι τους βλέπουν συνεχώς το ίδιο σκοτάδι από το οποίο θέλουν να ξεφύγουν.

Υπάρχουν θεσμοί που πλέον είναι ξεπερασμένοι, έχουν αποτύχει ή έχουν φθαρεί, και παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν ακόμα, και οι άνθρωποι συνεχίζουν να ζουν μέσα σε αυτούς. Οι θεσμοί για τους οποίους ενδιαφερόμαστε εδώ δεν είναι άλλοι από τους κατά κύριο λόγο πολιτικούς θεσμούς, όπως η αντιπροσώπευση, τα κόμματα , οι εκλογές κλπ. Δεν θα ασχοληθώ εδώ με το μετασχηματισμό θεσμών όπως η οικογένεια, η φιλία, ο έρωτας κλπ. γιατί το κείμενο θα μεγαλώσει…. ανεξέλεγκτα.

Το σημαντικότερο στοιχείο που λείπει από τις σημερινές συλλογικές πρακτικές είναι το πρόταγμα. Όταν λέμε πρόταγμα δεν εννοούμε «πρόγραμμα». Πρόταγμα είναι ο ιστορικός στόχος, του να πάψει μια κοινωνία να είναι δεμένη στο παρελθόν της και στα δημιουργήματά της. Βέβαια το να απαλλαγείς από το παρελθόν δεν είναι ποτέ εύκολο, αλλά το ζήτημα είναι μέχρι που επιτρέπεις στο παρελθόν σου να καθορίζει το μέλλον σου. Είμαστε ευχαριστημένοι από την ύπαρξη των κομμάτων και τον ιστορικό τους ρόλο; Είμαστε ευχαριστημένοι από την «αντιπροσώπευση» και τον τρόπο που έχει λειτουργήσει τόσα χρόνια; Πιστεύουμε ακόμα πως οι εκλογές είναι επί της ουσίας αδιάβλητες ; Θεωρούμε πως υπάρχει ισονομία; Ζούμε σε μία δίκαιη κοινωνία ή σκεφτόμαστε πως «έτσι είναι η πουτάνα η ζωή και τι να κάνω;» Μέχρι πότε θα ανεχόμαστε την ατιμωρησία των πολιτικών, και μέχρι πότε θα ανεχόμαστε να μας κοροϊδεύουν μέσα στα μούτρα μας; Όλοι γνωρίζουμε λίγο ή πολύ το ρόλο των μεγάλων ΜΜΕ. Ε, και; Τι να κάνουμε; Αυτό ακριβώς είναι το παρελθόν μας, άριστα κατασκευασμένο από την ανοχή μας και την άγνοιά μας.

Δεν πρόκειται ποτέ να υπάρξει λύση πραγματική μέσα από τις εκλογές ή τη συμμετοχή μας σε πολιτικά κόμματα. Η μόνη λύση μπορεί να προέλθει από τις συλλογικές πρακτικές που πρέπει να μετασχηματιστούν σε κινήματα. Ο ιστορικός στόχος των νέων αυτών κινημάτων, το πρόταγμά τους, πρέπει να είναι η δημιουργία μιας πολιτικής που να καταργεί την πολιτική της κυριαρχίας όπως την γνωρίζουμε έως τώρα. Την πολιτική που θα θέτει σε αμφισβήτηση την συνολική θέσμιση της κοινωνίας και θα οδηγεί προς την αυτόνομη κοινωνία.

Η φράση “τυφλοί αγώνες”, ανήκει στον Αλαίν Μπαντιού. Τη διάβασα σε μία συνέντευξή του αλλά δυστυχώς δεν την συγκράτησα. Ζητώ συγνώμη.

 

ΠΗΓΗ: eagainst.com