Μια και δεν απάντησε κανείς, στο ερώτημα μας: "Γιατί ο φασίστας Μπους έδιωξε τα ιχθυοτροφεία από τους κλειστούς κόλπους;", ας δούμε τι λέει, τεκμηριωμένα, για την "καθαρότητα" των ελληνικών ιχθυοτροφείων μια οργάνωση.
Η παρέμβαση της Greenpeace. Πολύ σημαντικό κείμενο που τους αποστομώνει, σχετικά με τα λεγόμενα τους ότι δεν αντιδρούν αρνητικά στο περιβάλλον.
Αξίζει να το διαβάσουν οι αναγνώστες και γενικότερα να ενημερωθούν τα blogs.
Αθήνα, 27 Μαΐου 2011Σχόλια και παρατηρήσεις της Greenpeace επί του Ειδικού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού Αειφόρου Ανάπτυξης για τις Υδατοκαλλιέργειες και της Στρατηγικής Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων αυτού.
Εισαγωγικά
To χωροταξικό πλαίσιο για τις υδατοκαλλιέργειες, έχει καθυστερήσει εδώ και δεκαετίες επιτρέποντας την «εισβολή» των υδατοκαλλιεργειών στην ελληνική ακτογραμμή με έναν τρόπο αυθαίρετο και σχεδόν άναρχο που έχει επιφέρει σοβαρές επιπτώσεις στο θαλάσσιο περιβάλλον.
Η υγιής κατάσταση των ελληνικών θαλασσών θα πρέπει να αναγνωρίζεται ως προϋπόθεση στο σχεδιασμό και την υλοποίηση του χωροταξικού πλαισίου των υδατοκαλλιεργειών. Δυστυχώς, με λύπη διαπιστώνουμε ότι το συγκεκριμένο πλαίσιο φαίνεται απλώς να νομιμοποιεί τη σημερινή κατάσταση χωρίς καμία ουσιαστική κατεύθυνση προς την προστασία του περιβάλλοντος και των τοπικών κοινωνιών από τις αρνητικές συνέπειες των υδατοκαλλιεργειών.
Σχόλια επί του σχεδίου ΚΥΑ
Γενικά
Η Greenpeace πιστεύει ότι πρέπει να αναθεωρηθεί το γενικότερο πνεύμα στο οποίο κινείται το συγκεκριμένο κείμενο αφού είναι ξεκάθαρο (από την εισαγωγή και το άρθρο 1) ότι βάζει τις ιχθυοκαλλιέργειες στο απόλυτο απυρόβλητο, στο όνομα της οικονομικής τους σημασίας για την ελληνική οικονομία (και όχι απαραίτητα για την τοπική ανάπτυξη), και αναδεικνύοντας τις υδατοκαλλιέργειες ως τη λύση στην επικείμενη κατάρρευση των αλιευμάτων που έχουν προκαλέσει οι δεκαετίες κακής πολιτικής και διαχείρισης στα θέματα της αλιείας!
Η αλήθεια όμως δεν είναι αυτή. Είναι γεγονός ότι την ώρα που οι πληθυσμοί των περισσότερων «άγριων» ψαριών μειώνεται διαρκώς στις θάλασσές μας εξαιτίας της υπεραλίευσης, η παγκόσμια αγορά στρέφεται όλο και περισσότερο προς τις ιχθυοκαλλιέργειες για να γεμίσει τα άδεια τελάρα στους πάγκους της ψαραγοράς και να καλύψει την αυξανόμενη ζήτηση των καταναλωτών. Η παγκόσμια παραγωγή από τις υδατοκαλλιέργειες αυξάνεται περίπου κατά 9% κάθε χρόνο και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Τροφίμων (FAO) υπολογίζει ότι σχεδόν η μισή παραγωγή ψαριών προέρχεται από τις ιχθυοκαλλιέργειες. Η χώρα μας πρωταγωνιστεί στον τομέα, καταλαμβάνοντας την πρώτη θέση στην καλλιέργεια της τσιπούρας και του λαβρακίου στη Μεσόγειο. Προτάσσοντας τα παραπάνω ποσοστά, οι εκπρόσωποι της βιομηχανίας βιάζονται να μιλήσουν για «διατροφική ασφάλεια» αλλά και για «οικολογικό» κέρδος σε αντιδιαστολή με την πίεση των φυσικών αποθεμάτων.
Είναι καιρός να βάλουμε στο τραπέζι κάποιες αλήθειες γύρω από τις υδατοκαλλιέργειες. Είναι γνωστό ότι τα σαρκοβόρα είδη, όπως η τσιπούρα, το λαβράκι, ο σολομός και η γαρίδα χρειάζονται ιχθυάλευρα και ιχθυέλαια για να μεγαλώσουν. Τα ιχθυάλευρα και τα ιχθυέλαια όμως παράγονται από «άγρια» ψάρια, κατά κύριο λόγο από σαρδέλες, γαύρους και άλλα μικρά πελαγικά.
Για παράδειγμα, για να παραχθεί ένας τόνος σολομού απαιτούνται περίπου 2,7 με 3,5 τόνοι ψαριού. Από το 1985 ως το 1995 οι καλλιέργειες γαρίδας σε όλο τον κόσμο χρειάστηκαν 36 εκατομμύρια ψάρια για να παράξουν μοναχά 7,2 εκατομμύρια τόνους γαρίδας. Ανάλογη είναι και η κατάσταση για τις δικές μας τσιπούρες και τα λαβράκια. Κατά μέσο όρο, τα σαρκοβόρα ψάρια στις ιχθυοκαλλιέργειες χρειάζονται 2.5 με 5 φορές περισσότερη βιομάζα ψαριού στην τροφή τους από αυτή που τελικά παράγεται.
Οι ιχθυοκαλλιέργειες με τον τρόπο που πραγματοποιούνται σήμερα όχι απλώς δεν αποτελούν λύση στο μεγάλο πρόβλημα της υπεραλίευσης, αλλά αντιθέτως συντηρούν και επιτείνουν την κρίση αφαιρώντας πολλαπλάσιους θαλάσσιους πόρους σε σχέση με αυτούς που παράγουν. Όχι μόνο δεν ενισχύουν τα «άγρια» αποθέματα των ψαριών αλλά στηρίζουν τη βιωσιμότητά τους πάνω στην αλίευσή τους.
Στοιχεία δείχνουν ότι τα περισσότερα αποθέματα μικρών πελαγικών για ιχθυοτροφές υπεραλιεύονται σε επικίνδυνο βαθμό.Όσον αφορά τη συμμετοχή τους στην οικονομία, είναι γεγονός ότι έχουν ένα έντονο εξαγωγικό χαρακτήρα δεδομένου ότι η παραγωγή τους εξάγεται σε ποσοστό 70-80% συμβάλλοντας στο ισοζύγιο πληρωμών της χώρας και με τα προϊόντα να κυριαρχούν στην ευρωπαϊκή αγορά και όχι μόνο.Ωστόσο, με ποιο τίμημα; Οι υδατοκαλλιέργειες συνδέονται με πολλά προβλήματα για το θαλάσσιο περιβάλλον αλλά και την τοπική ανάπτυξη των περιοχών στις οποίες δραστηριοποιούνται:- Κατάληψη ακτών και υποβάθμιση παράκτιων περιοχών. Επιβάρυνση του παράκτιου θαλάσσιου περιβάλλοντος με οργανικό φορτίο (τροφή, απόβλητα) και χημικές ουσίες (φάρμακα, καθαριστικά, antifouling) επηρεάζοντας την ποιότητα του νερού και τα θαλάσσια οικοσυστήματα. Οι ιχθυοκαλλιέργειες, με την απόθεση μεγάλων ποσοτήτων οργανικής ύλης στο θαλάσσιο πυθμένα αλλάζουν τα φυσικο-χημικά χαρακτηριστικά του ιζήματος και επηρεάζουν αρνητικά τα ευαίσθητα λιβάδια Ποσειδωνίας. Ταυτόχρονα μειώνουν την ποσότητα του φωτός που περνάει στην υδάτινη στήλη και επομένως μειώνει τη φωτοσυνθετική ικανότητα των λιβαδιών.
Η Ποσειδωνία έχει χαρακτηριστεί ως ένας από τους σημαντικότερους οικοτόπους της Μεσογείου αφού συμβάλλει στην υγιή κατάσταση των θαλασσών και αποτελεί καταφύγιο για εκατοντάδες είδη ψαριών και άλλων θαλάσσιων οργανισμών.- Σύγκρουση με άλλες χρήσεις και δραστηριότητες. Είναι πολλές οι περιπτώσεις αντίδρασης των τοπικών κοινωνιών στη λειτουργία των μονάδων υδατοκαλλιέργειας λόγω της παράκτιας ρύπανσης και της αποτροπής των ντόπιων να χρησιμοποιήσουν την περιοχή τους για αναπτυξιακές και τουριστικές δραστηριότητες.
Σχόλια επί των άρθρων
Άρθρο 5: Εθνικό πρότυπο Χωροταξικής Οργάνωσης Υδατοκαλλιεργειών
Σύμφωνα με το άρθρο 5, παράγραφο Δ, επιτρέπεται η λειτουργία των μονάδων υδατοκαλλιέργειας σε όλη την Ελλάδα, ακόμη και σε ευρύτερες περιοχές ιδιαίτερης οικολογικής σημασίας και ευαισθησίας (Natura 2000, Θαλάσσια Πάρκα και τοπία Φυσικού Κάλλους).
Θεωρούμε ότι το μέτρο αυτό, που ανοίγει το δρόμο στη βιομηχανία των υδατοκαλλιεργειών να δραστηριοποιούνται σε όλες τις ευαίσθητες και προστατευόμενες περιοχές, θα έχει αρνητικές συνέπειες στο θαλάσσιο περιβάλλον και τους ανθρώπους που εξαρτώνται άμεσα από αυτό (αλιείς, τοπικές κοινωνίες).
Άρθρο 7: Κριτήρια και συμβατότητες χωροθέτησης μονάδων και υποδοχέων υδατοκαλλιέργειας
Στα γενικά κριτήρια της παραγράφου 1 Α αναφέρεται ότι « η χωροθέτηση θαλάσσιων Αιολικών Πάρκων πρέπει να αποφεύγεται εντός των Περιοχών Οργανωμένης Υδατοκαλλιεργειών ενώ στις υπόλοιπες περιοχές επιτρέπεται υπό τον όρο να απέχουν από λειτουργούσες μονάδες υδατοκαλλιέργειας τουλάχιστον 500 μέτρα».
Η καταγραφή και αποτύπωση θαλάσσιων προστατευόμενων περιοχών αλλά και θαλάσσιων περιοχών χωροθέτησης υπεράκτιων αιολικών βρίσκονται στα αρχικά τους στάδια. Ως λύση, αντί των εκ προοιμίου αποκλεισμών, προτείνουμε να υπάρχει η υποχρέωση μεταφοράς ΠΟΑΥ εφόσον κατά την παραπάνω καταγραφή αυτές προκύψει να συμπίπτουν, στο όλο ή σε μέρη τους, με θαλάσσιες προστατευόμενες περιοχές ή με αντίστοιχες περιοχές χωροθέτησης υπεράκτιων αιολικών.Στα γενικά κριτήρια της παραγράφου 1 Α αναφέρεται ότι «οι όροι περιμετρικά των Π.Ο.Α.Υ., αλλά και περιμετρικά των μονάδων εντός αυτών, θεσπίζονται ανάλογα με τις ειδικές συνθήκες της κάθε περιοχής μετά από πρόταση του οικείου Φορέα Διαχείρισης».
Η Greenpeace πιστεύει ότι εφόσον προτείνονται μέτρα περιορισμού της αλιείας στις Π.Ο.Α.Υ., πρέπει να εξασφαλιστεί ότι αυτές δε χωροθετούνται σε αλιευτικά πεδία, περιοχές αναπαραγωγής και ενδιαίτησης ψαριών κοκ. Τονίζουμε επίσης ότι είναι απαραίτητη η εξασφάλιση εκπροσώπησης τοπικών κοινωνιών και αλιέων στο Φορέα Διαχείρισης.
Η παράγραφος γ2 επιτρέπει την εγκατάσταση μονάδων υδατοκαλλιέργειας σε περιοχές Natura 2000 και θαλάσσια πάρκα σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις που τίθενται από τα νομικά καθεστώτα προστασίας τους.
Αντί της παραγράφου γ2 προτείνουμε τη φράση: «Η ελάχιστη απόσταση των ΠΟΑΥ από τις σημερινές και μελλοντικές θαλάσσιες προστατευόμενες περιοχές προσδιορίζεται από το σχέδιο διαχείρισης των συγκεκριμένων περιοχών, έχοντας λάβει υπόψη τα τοπικά θαλάσσια ρεύματα.»
Η παράγραφος 3γ αναφέρεται στην απαγόρευση εγκατάστασης των μονάδων υδατοκαλλιέργειας μόνο πάνω από οικοτόπους Posidonia oceanica που βρίσκονται εντός προστατευόμενων περιοχών του Ευρωπαϊκού Δικτύου NATURA 2000.
Θεωρούμε το μέτρο αυτό ανεπαρκές. Το 60-80% αυτού του οικότοπου δεν έχει χαρτογραφηθεί ενώ πρόσφατα η Ε.Ε (Βιογεωγραφικό σεμινάριο για την αξιολόγηση Κοινοτικής σημασίας του Δικτύου Natura 2000) χαρακτήρισε τον αριθμό αυτών των περιοχών και το βαθμό προστασίας για την Ποσειδωνία στην Ελλάδα, ανεπαρκή. Είναι σαφές ότι απαιτείται η χαρτογράφηση αυτών των οικοτόπων και ο χαρακτηρισμός περισσότερων περιοχών. Γίνεται σαφές και από τον ίδιο το χάρτη των βασικών κατευθύνσεων χωρικής οργάνωσης των υδατοκαλλιεργειών, στον οποίο η απεικόνιση των εθνικών λιβαδιών Ποσειδωνίας είναι ελλιπής και δεν αντικατοπτρίζει την πραγματική έκταση του οικότοπου στην ελληνική ακτογραμμή.
Η Greenpeace πιστεύει ότι θα πρέπει να απαγορευθεί η εγκατάσταση οποιασδήποτε νέας μονάδας υδατοκαλλιέργειας σε βάθη μέχρι 50 μέτρα ενώ οι υπάρχουσες μονάδες θα πρέπει να μετεγκατασταθούν σε βάθη 50 μέτρων και άνω, έτσι ώστε να εξασφαλιστεί η προστασία της θαλάσσιας βλάστησης, η οποία είναι καίριας σημασίας για την υγιή κατάσταση των θαλασσών και των ιχθυαποθεμάτων.
Θεωρούμε ότι η απομάκρυνση των ιχθυοκαλλιεργειών από την παράκτια ζώνη θα αποτρέψει την καταστροφή των παράκτιων οικοσυστημάτων και θα επιτρέψει την οικονομική ανάπτυξη των τοπικών κοινοτήτων.
Παράρτημα 1, Πίνακας 2:
Θα θέλαμε να επισημάνουμε την πλήρη απογοήτευσή μας όταν με έκπληξη διαπιστώσαμε την παρουσία δύο νέων μονάδων πάχυνσης κόκκινου τόνου (Ν. Σαπιέντζα και Ν. Σχίζα) στον Πίνακα 2 του Παραρτήματος 1, με συνολική δυναμικότητα 1500 τόνους ανά έτος, αλλά και το μέγεθος δυναμικότητας στην ΠΟΑΥ Εχινάδων που ανέρχεται στους 2500 τόνους ανά έτος.
Πιστεύουμε ότι είναι ανήκουστο η χώρα μας να προχωράει στο σχεδιασμό νέων μονάδων πάχυνσης του πιο αποδεκατισμένου ψαριού στη Μεσόγειο, την ώρα που οι συζητήσεις για το αβέβαιο μέλλον αυτού του είδους εντείνονται. Πρέπει επίσης να τονίσουμε ότι ο σχεδιασμός αυτός έρχεται σε αντίθεση με τη διεθνή νομοθεσία αφού ξεπερνάει τη δυναμικότητα που επιτρέπεται στην Ελλάδα.
Τέλος, θα θέλαμε να τονίσουμε για άλλη μια φορά ότι το συγκεκριμένο χωροταξικό πλαίσιο θα μπορούσε να είναι μια πολύ καλή ευκαιρία (ύστερα από δεκαετίες αυθαίρετης χωροθέτησης των υδατοκαλλιεργειών εις βάρος των τοπικών κοινωνιών και του θαλάσσιου περιβάλλοντος) για να μπει ένα τέλος σε αυτή την κατάσταση. Αντιθέτως, το πλαίσιο αυτό, φαίνεται να νομιμοποιεί την πολυετή αυτή αυθαιρεσία, αγνοώντας τις επιπτώσεις στο θαλάσσιο περιβάλλον και για άλλη μια φορά κρατώντας τις τοπικές κοινωνίες απλούς θεατές χωρίς κανένα δικαίωμα διαβούλευσης και συμμετοχής.
(φοτό Στέλλα Λιάτου)